Σαν σήμερα 26 Οκτωβρίου 1912: Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης

Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης: Ο νικηφόρος Ελληνικός Στρατός, μετά από 482 χρόνια σκλαβιάς, απελευθερώνει τη Θεσσαλονίκη στις 26 Οκτωβρίου 1912.
 
 
Ο γνωστός δημοσιογράφος Ν. Ι. Μέρτζος με άρθρο του στην εφημερίδα «Ελληνικός Βορράς» στις 26 Οκτωβρίου 1962 στέλνει τον εαυτό του πίσω στον χρόνο,  στις 26 Οκτωβρίου του 1912, και περιγράφει με γλαφυρό τρόπο την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.
Ενώ η ψιλή παγωμένη βροχή και η αγωνία σταλάζουν πάνω στην φουντωμένη από αναμονή μεγάλων γεγονότων ψυχή της ελληνικής Θεσσαλονίκης και ο φόβος των σφαγών από τους άτακτους Τούρκους λιποτάκτες και Τσερκέζους χωρικούς, που περιφέρονται εδώ και μέρες στα στενοσόκακα των μαχαλάδων οπλισμένοι κι αγριεμένοι, πλανιέται επάνω από τις βυζαντινές επάλξεις της θεοφρούρητης Συμβασιλεύουσας, είχα την ευτυχία σήμερα το απόγευμα να πάρω την πρώτη επαφή με τους προκεχωρημένους τσολιάδες του νικηφόρου Στρατού μας σε μια μικρή καλύβα του Μπες-Τσινάρ δύο μόλις χιλιόμετρα έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό Μοναστηρίου-Κων/πόλεως. Και σήμερα τη νύχτα, στις 9:30 μ.μ. περίπου, δύο Έλληνες αξιωματικοί και ένας δεκανέας έκαναν την εμφάνιση τους ξαφνικά μέσα στην παραλυμένη από ανέκφραστη χαρά και φόβο καρδιά της Θεσσαλονίκης, στο κεντρικό καφενείο «Όλυμπος – Παλλάς». Όλα προμηνύουν τον θρίαμβο των ελληνικών όπλων, παρά τις έντονες φήμες ότι η βουλγαρική μεραρχία του Θεοδώρωφ βρίσκεται στα πρόθυρα της πόλεως και από ώρα σε ώρα εξορμά από το Ασβεστοχώρι για να βάλη πρώτη πόδι στη διαφιλονικούμενη πρωτεύουσα του απελευθερωμένου Ελληνικού Βορρά.
Στο Διοικητήριο επί ημέρες τώρα αλλεπάλληλες συσκέψεις Τούρκων ανωτάτων υπαλλήλων, Ελλήνων προκρίτων, Εβραίων αντιπροσώπων και όλων των προξένων των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων συγκροτούνται και διαλύονται χωρίς κανένα αποτέλεσμα κάτω από την προεδρία του Βαλή της Θεσσαλονικής και αυτού του ιδίου του αρχιστράτηγου Χασάν Ταχσίν Πασά. Τίποτε όμως δεν είναι δυνατόν να πληροφορηθεί κανείς εγκύρως για τις επίσημες αυτές συγκεντρώσεις. Τα παχειά χαλιά της Βουχάρας και ο φόβος των χαφιέδων πνίγουν τις συζητήσεις και τα παζαρέματα πίσω από τις μεγάλες θύρες των επισήμων γραφείων. Εγνώσθη πάντως ότι ο Αρχιστράτηγος μας Διάδοχος Κωνσταντίνος, ο οποίος έχει εγκαταστήσει το Στρατηγείον του στο Τόψιν, απέρριψε μέχρι στιγμής ασυζητητί όλες τις προτάσεις ανακωχής του Ταχσίν πασά, αλλά σήμερα αναμένονται πάλι να φθάσουν μυστικά σε άγνωστο τόπο εξουσιοδοτημένοι αξιωματικοί του Γενικού μας Επιτελείου που θα διαπραγματευτούν τους τελικούς όρους μιας τίμιας ανακωχής. Αλλοιώς αναμένεται γενική έφοδος, η οποία, αν και προδικάζει υπέρ ημών, θα έχη ίσως απρόβλεπτες συνέπειες σε βάρος του αμάχου πληθυσμού. Γι΄ αυτό η αγωνία έχει αγκαλιάσει εδώ τη χαρά και μαντάλωσε από νωρίς τους Σαλονικιούς μέσα στα σπίτια τους.
Οι ειδήσεις, παρά την αυστηρότατη λογοκρισία, πετούν από στόμα σε στόμα, αλληλοσυγκρούονται και αλληλοδιαψεύδονται από τη μια στιγμή στην άλλη καθώς νέοι «κατσάκηδες» -Τούρκοι λιποτάκτες- τις μεταφέρουν από το ελληνοκρατούμενο και το βουλγαροκρατούμενο ύπαιθρο.
Το μεσημέρι χαρακτηριστικά ένας γνωστός από τη δράση του Βούλγαρος κομιτατζής, ο Κώτσιο, βγήκε προκλητικά από το μπακάλικο του, απέναντι από το κεντρικό καρακόλι του Εσκί Τζουμά, και χωρίς να λογαριάση τους Τούρκους τζαντερμάδες φώναζε επιδεικτικά προς διερχόμενο Έλληνα πρόκριτο:
-Εσείς τους περιμένετε απ΄ το Βαρντάρ, αλλά οι ντικοί μας μπήκανε στο Ασβεστοχώρι και καβαλάνε τώρα το Σέιχ-Σου.
Παρόμοιες εκδηλώσεις έχουν σημειωθεί και σ΄ άλλα μέρη της πόλεως, ιδιαίτερα στην ενορία του Αγίου Νικολάου και γύρω στο βουλγαρικό Ορφανοτροφείο. Οι επίσημοι Τούρκοι και οι χωροφύλακες έχουν φαίνεται πεισθή για τη σύντομη αιχμαλωσία τους είτε από εμάς είτε από τους Βούλγαρους και για πρώτη φορά ύστερα από 482 χρόνια δεσποτικής κυριαρχίας, συμπεριφέρονται προς τους κατοίκους με ευγένεια και υπολογιστική προσήνεια. Ωστόσο, κανείς δεν είναι βέβαιος τι υποβόσκει μέσα στον τουρκικό όχλο των πάνω μαχαλάδων. Λέγεται όμως ότι ο Ρώσος πρόξενος απείλησε με πόλεμο τον Βαλή αν και η παραμικρή ζημιά προκληθή στους υπηκόους του Τσάρου πασών των Ρωσιών. Το ίδιο κατά πάσα πιθανότητα έπραξαν και οι άλλοι πρόξενοι που καραδοκούν την ευκαιρία για ανοικτή επέμβαση και διαμελισμό των απελευθερωμένων ελληνικών εδαφών προς όφελος τους. Τις υποθέσεις αυτές και τους φόβους των Σαλονικιών ενισχύει σε μεγάλο βαθμό το Αυστριακό θωρηκτό που κατέπλευσε στο λιμάνι και έχει στραμμένα τα τηλεβόλα του προς την πόλη.
Αλλόφρον πλήθος από Τούρκους πρόσφυγες έχει κατακλύσει τη μεγάλη πλατεία του Βαρδαρίου και ξεχύνεται σαν θλιβερός ποταμός με αραμπάδες, με βουβάλια, με γαϊδουράκια, με παρδαλούς μπόγους και πολύχρωμα σαρίκια προς τον Φαρδύ-Τζαντές, την αρχαία Εγνατία οδό, αναζητώντας προστασία κάτω από τα επάκτια πυροβόλα του Καρά Μπουρνού. Χρειάζονταν μεγάλη προσπάθεια και πολλή ώρα για να μπορέση να διαβή κανείς αντίθετα αυτό το ρεύμα της καταστροφής που παφλάζει γύρω από τα ετοιμόρροπα θεμέλια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στις 9:30 μ.μ. η μεγάλη μέρα και η επίφοβη νύκτα έδιωξε γρήγορα τους θαμώνες του «Όλυμπος – Παλλάς» στα σπίτια τους πλάι στις οικογένειες τους. Στο καφενείο ήταν μονάχα ένας βαρκάρης που κουβέντιαζε όρθιος στον πάγκο χαμηλόφωνα με τον καφετζή κουτσοπίνοντας. Σε ένα τραπέζι κάθονταν μία συντροφιά από Αυστριακούς αξιωματικούς του θωρηκτού που ναυλοχεί στο λιμάνι και συζητούσαν ζωηρά στην γλώσσα τους τα γεγονότα. Τα γκαρσόνια νυσταγμένα και απαθή έσβυναν μία-μία τις λάμπες του γκαζιού. Ένας κίτρινος κύκλος από το τελευταίο φως έπεφτε στην είσοδο του μαγαζιού. Το πούσι της θάλασσας και η ψιλή βροχή είχαν θολώσει τα τζάμια. Οπότε εκεί πίσω από το γκρίζο παραπέτασμα της τζαμαρίας, που φέγγριζε από το φανάρι του δρόμου, πέρασε γρήγορα μία σκιά και χάθηκε στο σκοτάδι. Αμέσως μετά τρεις μεγάλες σκιές στάθηκαν ανάμεσα στην νύχτα και σε μας. Η πόρτα άνοιξε με δύναμη και τρεις ψηλοί αξιωματικοί φάνηκαν στην είσοδο. Φορούσαν πηλίκια. Ήταν Έλληνες. Δύο αξιωματικοί και ένας δεκανέας.
-Κύριοι. –είπε ο πρώτος βραχνά. Καλησπέρα σας. Είμαι ο Κώνστας, λοχαγός του Ελληνικού Στρατού.
Μείναμε όλοι ακίνητοι. Για λίγα ατέλειωτα δευτερόλεπτα κανείς δεν μίλησε. Ο βαρκάρης σήκωσε το ποτήρι με τη ρακή από τον μπουφέ. Άνοιξε τα μεγάλα του μπράτσα προς τους απελευθερωτές.
-Χριστός Ανέστη. –είπε.
Στις ενδεκάμιση τη νύχτα, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, στο Διοικητήριο, ο Αντισυνταγματάρχης Βίκτωρ Δουσμάνης, και ο Λοχαγός Ιωάννης Μεταξάς, έπαιρναν τη Θεσσαλονίκη στο όνομα του Έθνους. Την άλλη μέρα οι Βούλγαροι του Θεοδώρωφ με τον πρίγκιπα Βόρι που προήλαυναν από τον βορρά με τη μεγάλη στολή τους και τα παράσημα για τη Θεσσαλονίκη, αντάμωσαν στο Αϊβάτι και στα Λαϊνά τα στρατεύματα του Στρατηγού Καλάρη που τους ανήγγειλαν τη νίκη μας. Την ήττα τους.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ