Λίγες μέρες αφότου κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Οράματα και Χίμαιρες – Διαδρομές ενός Διπλωμάτη», ο Αλέξανδρος Μαλλιάς έδωσε συνέντευξη στην Free Sunday :
Συνοπτικά, ποια είναι τα οράματα και ποιες οι χίμαιρες για έναν διπλωμάτη με τη δική σας διαδρομή;
Ευχαριστώ κατ’ αρχάς που μου δίνετε την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου. Τα οράματα σίγουρα δεν περιορίζονται ή αφορούν αποκλειστικά τη ζωή ενός διπλωμάτη. Είναι τα οράματα μιας ολόκληρης γενιάς.
Όπως είπα στην πρόσφατη παρουσίαση του βιβλίου μου στο Polis ART Café, «ζεις, αναπνέεις, σπουδάζεις, ονειρεύεσαι, ερωτεύεσαι, αγωνίζεσαι, ελπίζεις, χαμογελάς, χτίζεις, ανεβαίνεις, πετυχαίνεις, φτάνεις. Νομίζεις πως έφτασες. Ευγνωμονείς όσους στάθηκαν όλα αυτά τα χρόνια σε αυτό το μεγάλο ταξίδι της ζωής δίπλα σου.
Τότε, στο σημείο αυτό, χωρίς να το περιμένεις, ξαφνικά όλα γκρεμίζονται. Καταρρέουν ιδανικά, ιδεώδη, πρότυπα, αξίες, ισορροπίες. Η λέξη “αξιοπρέπεια” χάνει, έχει χάσει πλέον στην Ελλάδα, το νόημά της ατομικά, συλλογικά, κοινωνικά και εθνικά». Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά προσφεύγω σε μια αποστροφή του Ελευθέριου Βενιζέλου.
Μιλώντας στη Βουλή των Ελλήνων στις 10 Οκτωβρίου του 1911 είχε πει ότι «τα έθνη τα οποία ζητούν δι’ επαιτείας να προαγάγουν τα συμφέροντά των δεν εμπνέουν σε κάθε αμερόληπτο κριτή παρά μόνο περιφρόνηση». Αυτή τη στάση της περιφρόνησης που μας έχει οδηγήσει στην κατάθλιψη που, τόσο ως άτομα όσο και ως κοινωνικό και εθνικό σύνολο, βιώνουμε εδώ και επτά χρόνια. Το τέλος αυτού του δράματος δεν έχει έρθει ακόμη. Δεν έχουμε δει ακόμη την «κάθαρση».
Αυτές είναι οι σκέψεις μου. Να γιατί επέλεξα ως τίτλο του βιβλίου το «Οράματα και Χίμαιρες». Η Ελλάδα που ονειρευόμαστε, η Ελλάδα των δικών μας οραμάτων, δεν υπάρχει πια. Λόγω και δικών μας λαθών. Λόγω και δικής μας ευθύνης. Ατομικής και συλλογικής. Όχι, η ευθύνη δεν βαραίνει όλους στον ίδιο βαθμό. Επιμερίζεται, εντούτοις, αναλογικά.
Είναι βέβαιο ότι το βάρος πέφτει κυρίως σε όσους η πατρίδα μας πρόσφερε απλόχερα την ευκαιρία και μας τίμησε με την εμπιστοσύνη της, δίνοντάς μας την ευκαιρία να την υπηρετήσουμε από θέσεις ευθύνης. Προσωπικά θα περίμενα και από τους πολιτικούς μας ταγούς να συνειδητοποιήσουν και τη δική τους ευθύνη. Ευθύνη πολιτικής συνείδησης, όχι ποινική.
Πώς; Δείχνοντας απλά ότι έχουν αντιληφθεί το μέγεθος της ζημίας που έχει προκληθεί και από δικές τους πράξεις, παραλείψεις, ανεδαφικές υποσχέσεις, ευκαιριακές πολιτικές και άνευ σχεδίου εξαγγελίες. Πιστεύω ότι θα αρκούσε, επιτέλους, να πιστέψουν στην ανάγκη επιδίωξης των αυτονόητων. Αυτό ήταν και παραμένει το μεγάλο ζητούμενο.
Πέραν, όμως, της κατάστασης στην Ελλάδα, το ευρωπαϊκό όραμα –συνείδηση και ταυτότητα συνάμα της δικής μου γενιάς– έχει βαθύτατα κλονιστεί. Σήμερα, σε όποια ευρωπαϊκή χώρα και αν στραφείς, θα διαπιστώσεις μάλλον εύκολα ότι οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις είτε δυναμώνουν είτε ήδη κυριαρχούν. Η λέξη «λαϊκισμός» σε όλες τις παραλλαγές της δεν είναι αρκετή και ικανή για να απεικονίσει πλέον την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Όταν λέμε «εθνικά θέματα», ποια ακριβώς εννοούμε; Άλλαξε η ιεράρχηση μετά τη χρεοκοπία και την υπαγωγή της χώρας στον μηχανισμό στήριξης;
Η Ελλάδα εδώ και επτά χρόνια δεν αναπνέει με τα δικά της μέσα. Πράγματι, ζει και αναπνέει χάρη στις μνημονικές συμβάσεις και σε αυτό που αποκαλούμε «μηχανισμό στήριξης». Αυτός είναι ο «αναπνευστήρας» μας και ο σύνδεσμός μας με το διεθνές σύστημα, οικονομικό αλλά και πολιτικό.
Η επιστροφή μας στην οικονομική και κοινωνική ομαλότητα θα έπρεπε κανονικά να είναι η κινητήρια δύναμη για μια ειρηνική επανάσταση, για μεγάλες αλλαγές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που τόσο χρειαζόμαστε. Αντίθετα, θα το πω όσο πιο ήπια μπορώ, τα μεγάλα και σημαντικά θυσιάζονται υπέρ των εφήμερων, των μικρών και των μικροπολιτικών. Το όλον στον βωμό του μέρους. Κοινωνικά και εθνικά.
Το προσφυγικό μέχρι στιγμής δεν έχει εξελιχθεί σε υπαρξιακό, αν θέλετε, πρόβλημα για την Ελλάδα. Είναι όμως, ή εν πάση περιπτώσει έτσι έχει αξιολογηθεί, η μεγαλύτερη πρόκληση που κλονίζει τα θεμέλια και το οικοδόμημα της Ε.Ε., που ενδυναμώνει τις αντιευρωπαϊκές δυνάμεις και που σταθερά υπονομεύει τους δεσμούς μεταξύ των κρατών-μελών της Ένωσης. Δεν υπάρχει πλέον, σε ένα μεγάλο εύρος θεμάτων, η αίσθηση του κοινού συμφέροντος.
Επιπλέον, όμως, η συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε. και της Τουρκίας, ανεξαρτήτως των θετικών και για την Ελλάδα πτυχών σε ό,τι αφορά τη μείωση των προσφυγικών ροών προς τον νησιωτικό μας χώρο, έχει δύο συνέπειες. Πρώτον, έχει καταστήσει την Τουρκία και δη τον Πρόεδρο Ερντογάν απόλυτο κυρίαρχο της πολιτικής του «προσφυγικού παιγνίου» με σαφές περιεχόμενο απειλής για τη σταθερότητα των κυβερνήσεων των κρατών-μελών της Ε.Ε. Δεύτερον, θεωρείται ως υποχώρηση από τις διεθνώς καθιερωμένες ανθρωπιστικές αρχές και συμβατικές πρόνοιες που αφορούν την ιδιότητα του πρόσφυγα.
Η σταθερή μου επωδός ήταν ότι, ανεξαρτήτως των εξελίξεων και των δυσχερειών που θα προκύψουν στην πορεία των συνομιλιών, Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να διατηρήσουν αλώβητη την ποιότητα των σχέσεών τους, σε όλα τα επίπεδα. Ας πούμε ότι δέχομαι ότι αυτό έχει επιτευχθεί. Πιστεύετε ότι υπάρχουν πολλοί που συμμερίζονται τη βεβαιότητά μου αυτή; Δεν έχετε παρά να ρίξετε μια ματιά σε εφημερίδες, ιστολόγια και αρθρογραφία με τις υπογραφές των πλέον έγκυρων δημοσιογράφων. Αυτά.
Τις μέρες αυτές σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι πώς θα μπορούσε να επαναδιατυπωθεί μια νέα εκδοχή του πολιτικο-στρατιωτικού μας δόγματος έναντι της Τουρκίας. Ορθώς λέγαμε και λέγουμε ότι το στρατιωτικό μας δόγμα είναι αμυντικού χαρακτήρα. Το λέγουμε και βέβαια το εννοούμε. Ταυτόχρονα, όμως, την τελευταία τριετία γενική είναι η πεποίθηση –αυτό πάντως δείχνουν τα στοιχεία και η διαχείριση των κρίσεων– ότι σκοπίμως οι ιθύνοντες της Άγκυρας –καλοί και κακοί, όλοι μαζί– έχουν προβεί σε μια «στρατιωτικοποίηση» των νομικών τους αμφισβητήσεων και των πολιτικών τους διεκδικήσεων.