Ενεργειακό Δίλημμα της Κίνας: καταναλωτής ή κυρίαρχη στις διεθνείς αγορές;

ΚΙΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας διαδραματίζει έναν σημαντικό περιφερειακό αλλά και παγκόσμιο δρώντα. Χώρα των ανερχόμενων BRICS, με ενεργό παρουσία στον οικονομικό, τεχνολογικό και ενεργειακό τομέα, η Κίνα δε μπορεί να αντιπαρέλθει της προσοχής μας. Όσον αφορά την ενέργεια, εμφανίζεται δυναμική και καινοτόμα, καθώς επιδιώκει να χτίσει στέρεες βάσεις που θα την καταστήσουν όχι μόνο δυνατή, αλλά και πρωτοστάτη στην παροχή ενέργειας σε γειτονικές χώρες. Σε ποιο βαθμό όμως, είναι εφικτό;

 

 

 

Γράφει η Κατερίνα Αντωνιάδη, Εξωτερική Συνεργάτης ΚΕΔΙΣΑ

Τις τελευταίες δεκαετίες, η Κίνα εκβιομηχανίστηκε με ταχύτατους ρυθμούς. Στην προσπάθειά της να ανταποκριθεί στις ανάγκες της και να αναδειχθεί διεθνώς, αύξησε τη χρήση γαιάνθρακα και εγκατέστησε πολυάριθμα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Η άνθηση ωστόσο, συνάντησε γρήγορα την αντίθεση της υψηλής ζήτησης και της περιορισμένης διάθεσης άνθρακα από εσωτερικές πηγές (International Energy Agency – IEA, 2017).

Ως ορθολογικός δρων, η Κίνα ήταν σε θέση να αντιληφθεί την επιτακτικότητα απεξάρτησης από εξωτερικές αγορές. Έτσι, αναδιέταξε τις δυνάμεις της και εισήγαγε νέες μορφές ενέργειας, κυρίως φυσικό αέριο και πετρέλαιο. (Ας σημειωθεί πως οι δύο πηγές βρίσκονταν ήδη σε χρήση αλλά σε αμελητέο έως τότε βαθμό.)

Το πέρασμα στον 21ο αιώνα συνοδεύτηκε από μία στροφή στις αποφάσεις των κρατών όσον αφορά τις ενεργειακές πηγές. Η χρήση ανανεώσιμων πηγών αρχικά προς συμπλήρωση των μη ανανεώσιμων και στη συνέχεια προς αντικατάσταση των τελευταίων, κατέστη μία από τις κύριες πολιτικές επιδιώξεις. Τα αίτια ήταν κυρίως οικονομικά, αλλά όχι αποκλειστικά.

Τα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως η μόλυνση του αέρα, η επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας και η επιδείνωση του επιπέδου όζοντος στη στρατόσφαιρα, απέδειξαν πως τα περιθώρια δράσης ήταν ιδιαίτερα στενά για όποιον θα επέλεγε να συνεχίσει τη «συνήθη» τακτική των προηγούμενων ετών. Εξάλλου, ήταν πολιτικά αδύνατο –τουλάχιστον σε δημοκρατικές χώρες- να περιφρονηθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις, οι οποίες πλέον απειλούσαν με εσωτερική διάβρωση των κρατικών υποδομών.

Όσον αφορά την Κίνα, φάνηκε διστακτική και ίσως απρόθυμη στις αλλαγές δεδομένου πως απαιτούνταν μεταβολές μεγάλης κλίμακας λόγω του γεωγραφικού και πληθυσμιακού όγκου, καθώς και του επιπέδου οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα όμως, η Λαϊκή Δημοκρατία επέλεξε να μείνει ένα βήμα πίσω από τους Δυτικούς ανταγωνιστές της ώστε να συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις της στο λεπτομερή σχεδιασμό ενός λαμπρού μέλλοντος.

Στο εν λόγω πλαίσιο, συνέταξε το λεγόμενο Πενταετές Σχέδιο στην ενεργειακή ανάπτυξη, το οποίο αναφέρεται στην χρονική περίοδο 2016-2020 (IEA, 2016; Yatsui, 2017). Ας τονιστεί πως το Πενταετές Σχέδιο προϋπήρχε των εξεταζόμενων ενεργειακών μεταβολών. Μάλιστα, το τελευταίο ανακοινωθέν Σχέδιο αποτελεί το 13ο κατά σειρά, γεγονός που αποδεικνύει τη διαρκή προσπάθεια της χώρας να εξοπλιστεί κατάλληλα για το μέλλον. Το Σχέδιο εστιάζει σε κάθε ενεργειακό τομέα ξεχωριστά -γαιάνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ανανεώσιμες πηγές- (Yatsui, 2017).

Στη διαμόρφωσή του συνέβαλαν τόσο εσωτερικοί, όσο και εξωτερικοί παράγοντες. Εσωτερικά σημειώθηκαν υψηλά επίπεδα αέριας μόλυνσης γεγονός που πίεσε για μείωση της χρήσης γαιάνθρακα. Ταυτόχρονα, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου στις εξωτερικές αγορές ανησύχησε την κινεζική κυβέρνηση, η οποία κλήθηκε να αναθεωρήσει άμεσα την εξάρτηση της χώρας από εξωτερικές πηγές μαύρου χρυσού.

Στο Σχέδιο προβλέπονται δύο διακριτές εναλλακτικές (Yatsui, 2017):

  • Μετάβαση από τη χρήση γαιάνθρακα στη χρήση φυσικού αερίου. Το φυσικό αέριο θεωρείται καθαρότερος πόρος από το γαιάνθρακα, παραμένει ωστόσο, ένας από τους περιορισμένους πόρους που επηρεάζεται άμεσα από τα επίπεδα σταθερότητας της γεωπολιτικής σκακιέρας.
  • Ολική στροφή από ορυκτές σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Σαφώς οι στόχοι μπορούν να υλοποιηθούν ταυτόχρονα με σκοπό την άμεση μείωση των επιπέδων γαιάνθρακα ως κύριας πηγής ενέργειας. Πιο συγκεκριμένα, κύριος στόχος είναι η αύξηση της κατανάλωσης μη ορυκτής ενέργειας στο 15% και 20% μέχρι το 2020 και 2030 αντίστοιχα (Yatsui, 2017). Επιπρόσθετα, στο Σχέδιο προβλέπεται η ενίσχυση των υποδομών των ανανεώσιμων πηγών και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην αιολική και ηλιακή ενέργεια. Ωστόσο, η κινεζική κυβέρνηση δε σταμάτησε εκεί. Στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής της προτάσσει την τεχνολογική καινοτομία ως προτεραιότητα άρρηκτα συνδεδεμένη με την ενεργειακή στρατηγική (IEA, 2016; de Oliveira Vasconcelos, 2018).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τοποθέτηση πλεούμενων φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων στα ανοιχτά των υδάτων. Ο αριθμός των λεγόμενων “offshore” εγκαταστάσεων πρόκειται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, ώστε να ενισχύσει κατά κύριο λόγο την παραγωγή αιολικής ενέργειας, καθώς και εκείνης των κυμάτων (ενέργεια της θάλασσας) (IEA, 2016; IEEFA, 2018). Η επίτευξη των παραπάνω, θα συμβάλει στην υλοποίηση ενός από τους βασικούς στόχους του πενταετούς Σχεδίου. Πρόκειται για τη σταδιακή απεξάρτηση από εξωτερικές εταιρείες παροχής ήπιων μορφών ενέργειας. Η απόκτηση υψηλού επιπέδου αυτάρκειας θα εξασφαλίσει στην Κίνα έναν ιδιαίτερα κεντρικό ρόλο στο διεθνές σύστημα (IEA, 2016).

Από την άλλη μεριά, η χώρα γνωρίζει τις δυσκολίες και τα εμπόδια που καλείται να αντιμετωπίσει με σκοπό να υλοποιήσει έστω ένα μέρος των στόχων του Σχεδίου. Ξεκινώντας, ανεξαρτήτως εναλλακτικής (αντικατάσταση γαιάνθρακα με φυσικό αέριο ή ήπιες μορφές ενέργειας), είναι απαραίτητη η εγκατάσταση νέων υποδομών ικανών να στηρίξουν την ενεργειακή μετάβαση. Χρειάζονται χρόνος και λεπτομερής σχεδιασμός ώστε να ολοκληρωθούν επιτυχώς έργα μεγάλων διαστάσεων (Kejun; Woetzel, 2017). Επιπρόσθετα, είναι αναγκαία η προσαρμογή των υπάρχουσων εγκαταστάσεων σε υψηλότερα επίπεδα ποιότητας.

Τα προηγούμενα έτη παρατηρήθηκε μία έντονη αντίθεση μεταξύ της υψηλής παραγωγής ενέργειας και της ασθενούς διανομής της που οφειλόταν στις ασθενείς υποδομές και συνδέσεις μεταξύ των σχετικών εργοστασίων και των τοπικών παρόχων (Boqiang, 2018; Yatsui, 2017). Ταυτόχρονα, σημειώνεται ανισορροπία μεταξύ γεωγραφικών περιοχών. Σε κάποιες περιφέρειες η παραγωγή ενέργειας ξεπερνά τη ζήτηση με αποτέλεσμα να δημιουργείται πλεόνασμα που μπορεί να πωληθεί σε γειτονικές επαρχίες. Ωστόσο, οι τελευταίες προτιμούν να στηρίξουν την τοπική οικονομία και συνήθως αρνούνται ή καθυστερούν οποιαδήποτε σχετική συναλλαγή ακόμα κι αν υπάρχει σημαντικό ενεργειακό έλλειμμα στην τοπική κοινότητα (Yatsui, 2017).

Τέλος, η Κίνα θα κληθεί να αναδιαρθρώσει και να προσαρμόσει στα νέα δεδομένα τις κρατικοποιημένες εταιρείες ενέργειας με σκοπό να διατηρήσει τη δυναμική παρουσία της στο εσωτερικό και να την ενισχύσει στις εξωτερικές αγορές (Yatsui, 2017). Θεωρητικά, το γεγονός πως οι εταιρείες είναι κεντρικά ελεγχόμενες διευκολύνει τις όποιες μεταβολές. Στην πράξη όμως, λαμβάνοντας υπόψη το γεωγραφικό και πληθυσμιακό όγκο της χώρας, η υλοποίηση του στόχου λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις.

Τι αναμένεται λοιπόν, στο μέλλον; Τα σενάρια είναι πολλά και διαφορετικά, εξαρτημένα τόσο από εσωτερικούς όσο και από εξωτερικούς παράγοντες. Το πενταετές Σχέδιο μοιάζει ορθά δομημένο με συνοχή, μεγαλύτερους και μικρότερους στόχους. Στην πορεία όμως, θα φανεί η επιτυχία τους. Η Κίνα επενδύει στην τεχνολογική καινοτομία και ήδη έχει καταφέρει να είναι πρωτοπόρος σε μεγάλης κλίμακας ενεργειακά έργα. Στην ευνοϊκή περίπτωση, θα μετατραπεί από καταναλωτή σε παραγωγό ενέργειας, μία θέση που θα της προσδώσει ισχύ και αυτάρκεια σε διεθνές επίπεδο. Αντίθετα, το έσχατο σενάριο θα βρει τη χώρα αποδιοργανωμένη και αδύναμη ενεργειακά, παράγοντας που θα επηρεάσει τις λοιπές πτυχές του κρατικού μηχανισμού.

Στο διεθνές σύστημα ο Κόκκινος Δράκος στοχεύει να διαδραματίσει ένα ρόλο αντάξιο του μεγέθους του. Ο χρόνος θα δείξει αν τελικά, οι «πράσινες» επενδύσεις πρόκειται να συμβάλουν στη σύσταση ενός de facto «πράσινου» ενεργειακού γίγαντα ή αν οδηγήσουν σε επιφανειακές μεταβολές δίχως ουσιαστικό αντίκτυπο.

Πηγή: ΚΕΔΙΣΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ