Τι γίνεται στα ελληνοτουρκικά; Τελικά είμαστε τόσο «δεδομένοι» που κανονίζουν για εμας χωρίς εμάς;

ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥΡΚΙΑ

Τις τελευταίες ημέρες είναι εμφανή μια κινητικότητα στα ελληνοτουρκικά η οποία δείχνει να πηγάζει κυρίως από τη Γερμανία συνεπικουρούμενη από δικούς μας εκφραστές της άποψης «να τα βρούμε με την Τουρκία».

Δεν είναι τυχαίο ότι η ανάληψη της Γερμανικής Προεδρίας στην ΕΕ ξεκίνησε με κινήσεις σε αυτόν ακριβώς το τομέα κανονίζοντας την τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη – Ερντογάν όπου δήθεν συζήτησαν για τον …τουρισμό και τον κορονοϊό ώστε να σπάσει πάγος! Ήρθαν και οι  χθεσινές δηλώσεις των ΥΠΕΞ Γερμανίας και Τουρκίας όπου μέσα σε κλίμα αβροφροσύνης συζήτησαν για το πως θα ξεπεραστούν τα εμπόδια των γεωτρήσεων στην Αν. Μεσόγειο και στην Κρήτη. Οι καραμπινάτες παρανομίες δηλαδή της Τουρκίας και η καταπάτηση από μεριά της κάθε ίχνους διεθνούς δικαίου έγιναν απλά «εμπόδιο» το οποίο πρέπει να ξεπεραστεί για να συνεχιστεί ο διάλογος.

Ουσιαστικά δεν «ανακαλύψαμε» τώρα την φιλοτουρκική στάση της Γερμανίας η οποία κρύβει οικονομικά, επιχειρηματικά κ.α. συμφέροντα και η οποία δεν διαφέρει και από άλλων σύμμαχων χωρών όπως Ιταλία, ΗΠΑ αλλά και των διεθνών οργανισμών που συμμετέχουμε ΝΑΤΟ, ΕΕ και επιδιώκουν να υποχωρήσουμε εμείς στις τούρκικες αξιώσεις.

Το θέμα όμως και το μεγάλο ερώτημα είναι τι κάνουμε εμείς ως χώρα. Και η απάντηση είναι πλέον ξεκάθαρη: Τους «δεδομένους», όπως είπε και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στον Πρόεδρο Τραμπ, στέλνοντας μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση.

Η εξωτερική μας πολιτική και διπλωματία αναλώνεται σε διεθνείς συναντήσεις με δηλώσεις συμπαράστασης και κατακεραύνωσης των τούρκικων παρανομιών που ξεχνιούνται τα αμέσως επόμενα λεπτά και χαρακτηρίζεται μάλλον από έλλειψη συγκεκριμένη στρατηγικής. Και αυτό είναι μια τακτική από την ελληνική πλευρά γιατί πολύ απλά, δεν έχει ξεκάθαρο στόχο ή για να το πούμε διαφορετικά έχει μάλλον θολό στόχο.

Η κυβέρνηση έχει κάνει σημαία στα εθνικά θέματα την αποτροπή στον Έβρο τον οποίο «πουλάει» σε κάθε δήλωση στελεχών της, αλλά είναι εμφανές εδώ και αρκετό καιρό, ότι προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ δύο γραμμών που έχει στο εσωτερικό της.

Η μία που υπερισχύει στις πιο χαμηλά στελεχιακά τάξεις της και μιλάει για σκληρή απάντηση αποτροπής των τούρκικων παρανομιών και η άλλη του κεντρικού πυρήνα που θέλει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ενός διαλόγου που θα «λύσει» τα θέματα με την Τουρκία. Αυτό που γνωρίζει βέβαια είναι ότι από μια τέτοια εξέλιξη η μόνη που θα βγει κερδισμένη θα είναι η Τουρκία, αφού πολύ απλά δεν έχει τίποτα να χάσει αλλά αντίθετα θα εδραιωθεί και ως μεγάλη δύναμη στην περιοχή.

Έχουμε αναφέρει όμως ξανά ότι στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν πολλά και πολύ μεγάλα σχέδια για μεγάλες «δουλειές» με τεράστια οικονομικά budget στα οποία η Τουρκία θέλει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και μάλιστα ως αναδυόμενη μεγάλη δύναμη η οποία θα παίρνει μόνη της αποφάσεις χωρίς τη διαμεσολάβηση των μεγάλων δυνάμεων. Ίσως αυτός είναι ουσιαστικά και ο πυρήνας της συνεργασίας του  Ερντογάν με τον Τραμπ, ο οποίος θέλει τις ΗΠΑ να στέκονται πλέον μακρυά από τις παραδοσιακές ζώνες επιρροής τους.

Εξ’ ου λοιπόν και τα συνεχή καλέσματα αν παρατηρήσουμε των Τούρκων να κάνουμε διάλογο για να εκμεταλλευτούμε τον πλούτο της περιοχής μαζί για να βγούμε όλοι κερδισμένοι. Αυτή η λογική για να μην κοροϊδευόμαστε βρίσκει απόλυτα σύμφωνους πολλούς μέσα στη κυβέρνηση, η οποία αποθεώνει κάθε είδους και μορφής business και εξυπηρέτησης μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων που θα φέρουν και κάνα «ξεροκόμματο» στους Έλληνες. Πόσο μάλλον μετά και την πανδημία που αναμένεται να βουλιάξει ότι είχε απομείνει από την ελληνική οικονομία.

Οι διάφορες φωνές από το εσωτερικό δειλά – δειλά έχουν αρχίσει να το λένε και να ζητούν να συζητήσουμε την συνεκμετάλλευση. Ίσως μάλιστα ο καθηγητής Ροζάκης το είπε λίγο πιο χοντροκομμένα κάνοντας λόγο για μαξιμαλισμό από ελληνικής πλευράς, αλλά δεν έκανε τίποτε άλλο από το να μεταφέρει το τι προετοιμάζεται από την ελληνική ελίτ.

Είχαμε αναφέρει ξανά από την ιστοσελίδα μας τα παραπάνω και όπως φαίνεται δεν διαψευδόμαστε. Είχαμε θέσει όμως και το μεγάλο ερώτημα ότι: Το πως θα παρουσιαστεί και θα πλασαριστεί στο εσωτερικό της χώρας μια τέτοια εξέλιξη;

Μένει να απαντηθεί στο μέλλον γιατί μπορεί οι «Πρέσπες» και η παραχώρηση μιας ιστορικής ονομασίας να ήταν δυσκολοχώνευτες για κάποιους, η παραχώρηση όμως των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων δεν …καταπίνονται καν, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να τις «αμπαλάρουν» εντυπωσιακά.

Υ.Γ. Η πανδημία για κάποιους μπορεί να καθυστέρησε τις εξελίξεις, αλλά για κάποιους άλλους θεωρείται ότι μπορεί να γίνει καταλύτης για να προχωρήσουν με μεγαλύτερη ταχύτητα.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ