Ο αναθεωρητισμός, ο ζωτικός χώρος και η πολιτική των τετελεσμένων

ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

Του Κώστα Α. Λάβδα, Καθηγητή Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

Οι δηλώσεις Πούτιν τη Δευτέρα, 21 Φεβρουαρίου 2022 θα καταγραφούν στην ιστορία των διεθνών σχέσεων ως ωμή υπόμνηση ότι η πολιτική των μεγάλων δυνάμεων παραμένει κραταιά. Το ίδιο και η αναγνώριση της «ανεξαρτησίας» των αποσχιστικών περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ.

Διανύουμε μια σκοτεινή εβδομάδα για το διεθνές δίκαιο και το σεβασμό της εδαφικής και κυριαρχικής ακεραιότητας των υπαρχόντων κρατών αλλά και μια υπέροχη εβδομάδα για αναθεωρητικούς δρώντες – όπως η Τουρκία – που προετοιμάζουν τις μονομερείς κινήσεις τους και την κατάλληλη στιγμή προχωρούν σε ενέργειες που στοχεύουν στη δημιουργία και παγίωση τετελεσμένων. Η λογική του fait accompli, αν επεκταθεί και γίνει μια υπό προϋποθέσεις αποδεκτή νόρμα στις διεθνείς διαδράσεις, θα σημάνει την επιστροφή σε έναν κόσμο με πολλούς πολέμους. Σχετικά μικρούς και πιθανότατα τοπικά εστιασμένους, αλλά συνεχείς.

Ευτυχώς δεν βρισκόμαστε ακριβώς εκεί. Οι αντιδράσεις στις δυτικές πρωτεύουσες είναι σημαντικές ενώ και η Κίνα δήλωσε ότι ανησυχεί από τις εξελίξεις. Σε ένα βαθμό, η αποτροπή – αυτή η κρίσιμη αλλά και σύνθετη έννοια – απέτυχε σε ό,τι αφορά την ενεργή ρωσική προώθηση των αποσχιστικών τάσεων. Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι θα επιτύχει σε ό,τι αφορά την διάσωση της Ουκρανίας. Παρόλο που, σε κάθε περίπτωση, μια στρατιωτική απόκρουση από το ΝΑΤΟ δεν συζητείται.

Με άλλα λόγια, όσοι περιμένουν πόλεμο και εισβολή στην Ουκρανία, κατάληψη του Κιέβου κλπ., εξακολουθούν να βιάζονται. Η εντυπωσιακή ανάπτυξη των ρωσικών δυνάμεων δεν έγινε για να καταληφθεί η Ουκρανία, αλλά για να εκβιαστεί το Κίεβο να μην αντιδράσει στην ανεξαρτητοποίηση του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ και την είσοδο του ρωσικού στρατού ως δήθεν «ειρηνευτικής» δύναμης, αυξάνοντας παράλληλα τον έλεγχο γύρω από τη Θάλασσα του Αζόφ.

Οι εξελίξεις θα διαμορφωθούν κατά πάσα πιθανότητα μέσα από μια δύσκολη διαπραγματευτική διαδικασία που θα εξαρτηθεί κυρίως από τα εξής: τις αντιδράσεις και τις κλιμακωτές κυρώσεις από Ευρώπη και Αμερική, τη διαχείριση από το Κίεβο, τα πλήρη σχέδια του Κρεμλίνου (που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε) και – ένα «ξεχασμένο» παράγοντα – τις περαιτέρω διαβουλεύσεις της Ρωσίας με την Κίνα.

Η δήλωση του Σολτζ για «πάγωμα» του Nord Stream 2, αποτέλεσμα πιέσεων των εταίρων και συμμάχων, δύναται να πείσει τον Πούτιν ότι το οικονομικό κόστος θα είναι δυσβάστακτο αν οι περαιτέρω εξελίξεις δεν διαμορφωθούν μέσω διαπραγμάτευσης. Δηλώνοντας ότι «η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά», ο καγκελάριος έδωσε εντολή για επαναξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο μπορούν να εξασφαλιστούν οι ενεργειακές προμήθειες της Γερμανίας. Παράλληλα, απηχώντας τον Μακρόν, ο Σολτζ τόνισε ότι υποστηρίζει τις συνεχιζόμενες επαφές στο πλαίσιο της Διάταξης της Νορμανδίας (Ρωσία – Ουκρανία – Γαλλία – Γερμανία). Άλλωστε οι οικονομικές αναταράξεις είναι τέτοιες που επείγει μια επιβεβαίωση της διαπραγματευτικής οδού.

Από τον Πούτιν επιχειρείται μια γενικότερη αναδιάταξη των σχέσεων με τη Δύση και σε αυτό το πλαίσιο – όπως γράψαμε εδώ προ ημερών – θα επιμείνει στην πίεση μέσω αυτής της εξαιρετικά παρακινδυνευμένης διαπραγματευτικής τακτικής, μέχρι να διαπιστώσει κάποιες παραχωρήσεις που (ανεξαρτήτως των όποιων διατυπώσεων περί «εγγυήσεων ασφάλειας») θα συνίστανται ουσιαστικά στην αποδοχή εκ μέρους του ΝΑΤΟ ότι η περαιτέρω διεύρυνση στα ανατολικά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συναίνεση της Ρωσίας και – στο ενεργειακό – την επιβεβαίωση των πιθανοτήτων ολοκλήρωσης του Nord Steam 2».

Για την ΕΕ, όπως σωστά υπενθυμίζει κάθε τόσο η Γαλλία, οι εξελίξεις σημαίνουν την επείγουσα ανάγκη στρατηγικής ενηλικίωσης. Και οι ευρωατλαντικές σχέσεις; Μέχρι χθες, ενώ για την Ρωσία το ουκρανικό ήταν ζήτημα ταυτόχρονα περιφερειακής ισχύος, διεθνούς στρατηγικής και εσωτερικής πολιτικής κουλτούρας, για τις ΗΠΑ ήταν σχετικά δευτερεύον πεδίο αντιμετώπισης της Μόσχας με γνώμονα και μέτρο τα γενικότερα διεθνή δεδομένα και εξελίξεις. Μένει να διαπιστωθεί κατά πόσον η αμερικανική πολιτική θα προσανατολιστεί εκ νέου προς την Ευρώπη και την Ευρασία, μετά από την αναθέρμανση που προκαλεί το Κρεμλίνο.

Σε κάθε περίπτωση, θα είναι λάθος να επαναληφθεί η εκτίμηση του Ομπάμα το 2014. «Η Ρωσία είναι μια περιφερειακή δύναμη που φέρνει σε δύσκολη θέση τους γείτονές της όχι εξαιτίας της ισχύος αλλά λόγω της αδυναμίας της», είχε δηλώσει ο Ομπάμα τον Μάρτιο 2014 αναφερόμενος στην ουκρανική κρίση και την προσάρτηση της Κριμαίας. Ούτε οι ΗΠΑ ούτε η ΕΕ και οι δυνάμεις που την απαρτίζουν μπορούν, παρά τις διαφορές τους, να κάνουν την ίδια εκτίμηση ξανά.

Η εισβολή στην Κριμαία και η προσάρτησή της («επανένωση» στο ρωσικό αφήγημα) αποτέλεσε μια τεράστιας σημασίας σφραγίδα του νέου ρόλου της πολιτικής των τετελεσμένων για τον μεταπολεμικό κόσμο στην Ευρασία. Η παρούσα ηγεσία στο Κρεμλίνο ασπάζεται έναν αναθεωρητισμό που εδράζεται σε ιστορικές αντιλήψεις σφαιρών επιρροής αλλά – δυστυχώς – και ζωτικού χώρου. Η ειρηνική συνύπαρξη προϋποθέτει συνεχή, ρεαλιστική αλλά και πραγματιστική αποτίμηση των εξελίξεων και υπενθύμιση προς όλους ότι τα ασαφή κριτήρια και τα διπλά μέτρα και σταθμά εξασθενίζουν τις χώρες της ευρωατλαντικής συμμαχίας.

Και μια τελευταία υπενθύμιση. Στο εύθραυστο, ρευστό  και απρόβλεπτο περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον, η Τουρκία καθίσταται ακόμη σημαντικότερη για το ΝΑΤΟ όσο υπάρχει ο κίνδυνος ανάφλεξης στην Ευρασία. Θα πρέπει όμως να προσέξουμε το κόστος της παραμονής της στον ευρωατλαντικό κόσμο.


Περισσότερα άρθρα από τον Κώστα Λάβδα:

ΑΠΟΨΕΙΣ – ΚΩΣΤΑΣ ΛΑΒΔΑΣ


 

 

*Ανάρτηση στο facebook

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ