Οι κριτές, οι τιμητές και οι φέροντες “θεραπείες προς πάσαν νόσον”

Η κριτική είναι σχετικά εύκολη. Ανοίγει κάποιος το στόμα του ή πιάνει το πληκτρολόγιο ή το μολύβι και κάνει κριτική, επί παντός επιστητού. Χωρίς να καθορίζει τα κριτήρια, χωρίς να γνωρίζει γεγονότα καλά και κυρίως χωρίς να κατανοεί τους ρόλους που παίζουν τα πρόσωπα. Ακόμα χειρότερα, όταν η κριτική γίνεται με βάση την ημιμάθεια και την κατ’ όνομα “εξειδίκευση”.

Εσχάτως, το ρόλο των κριτών και των τιμητών έχουν αναλάβει οι δημοσιογράφοι. Αν και η ετυμολογία της λέξεως που χαρακτηρίζει το επάγγελμά τους δεν περιλαμβάνει την κριτική, εντούτοις εκείνοι επικεντρώνονται σ’ αυτή. Υπάρχουν σαφώς δημοσιογράφοι που είναι πιστοί στο καθήκον τους και αρθρώνουν δημόσιο λόγο σαφή, με σεβασμό στους θεσμούς και τα πρόσωπα και κυρίως με σύνεση και ευκρίνεια. Υπάρχουν κι οι άλλοι. Εκείνοι που τα ξέρουν όλα, που κάνουν βαθιές αναλύσεις για όλα και που τελικά ανακαλύπτουν πως για όλα “φταίνε οι γκόμενες, οι πρώην κι επόμενες”.

Οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι ένας χώρος που έχει σημαντικές ιδιαιτερότητες, σαφή κοινωνικό, εθνικό και θεσμικό ρόλο. Στο ανώτατο επίπεδο διοικούνται από στρατιωτικούς που επιλέγονται από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία, με τρόπο που προβλέπεται από το Σύνταγμα και τους νόμους. Άρα την ευθύνη για την επιλογή τους την έχουν οι πολιτικοί. Οι στρατιωτικοί δέχονται και δίνουν εντολές, αυτή είναι η δουλειά τους. Εκτελούν τις εντολές, όχι κατά την κρίση τους αλλά σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα των κανονισμών. Αυτό είναι αρκετά δυσνόητο, ειδικά για τους δημοσιογράφους – κριτές – τιμητές των πάντων.

Όταν συμβαίνει ένα γεγονός, οφείλουν να αναφέρουν ο ένας στον άλλον προκειμένου να ενημερώνονται όλοι και δίνονται λύσεις στο αντίστοιχο επίπεδο. Αν η λύσει οφείλει να δοθεί από την πολιτική ηγεσία τότε ενημερώνουν τους αρμόδιους φορείς. Είναι σχεδόν απίθανο να πάρουν πρωτοβουλίες ενάντια στις απόψεις της πολιτικής ηγεσίας, καθότι αυτό είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα. Όπως επίσης είναι απίθανο να υπερβούν τα όρια της εξουσίας του ή ακόμα και να παραβούν τους κανονισμούς των οποίων είναι θεματοφύλακες.

Αν κάτι τέτοιο συμβεί, γίνονται εύκολος στόχος οποιουδήποτε υφισταμένου τους και υπογράφουν την καταδίκη της στρατιωτικής τους πορείας. Συνεπώς, στο ανώτατο επίπεδο οι στρατιωτικοί έχουν και περιορισμένη εξουσία αλλά και εξαιρετικά δύσκολο ρόλο. Είναι ο θεσμός του κρατικού μας μηχανισμού με τις περισσότερες ευθύνες και τα λιγότερα δικαιώματα. Κάποιοι κερδίζουν το σεβασμό, κάποιοι τις εντυπώσεις και μερικοί, πολύ λίγοι και τα δύο μαζί.

Όταν η χώρα βρεθεί σε κρίση, λειτουργούν κάτω από το βάρος της ευθύνης που έχουν απέναντι στην Κοινωνία, την Πατρίδα και την Ιστορία. Κάνουν λάθη, αλλά αναλαμβάνουν την ευθύνη και δεν την πετάνε παραπέρα ή παρακάτω. Το ζήσαμε πολλές φορές αυτό. Αντίθετα δέχονται κι ευθύνες που δεν είναι δικές τους, καθότι δεν ψηφίζονται αλλά τοποθετούνται. Οι πολιτικοί αντίστοιχα, ψηφίζονται άρα υποχρεούνται να πασάρουν αλλού τις ευθύνες για να γίνουν αρεστοί.

Είπαμε στη  αρχή πως οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει κριτική, να κατηγορήσει και να ψέξει. Με ποια κριτήρια; Συνήθως με εντελώς υποκειμενικά, σπανίως με κάποια αντικειμενικά και σχεδόν καθόλου με εντελώς αντικειμενικά κριτήρια. Με αιχμή του δόρατος τους πολυπράγμονες δημοσιογράφους και με συμφαλαγγίτες αποστράτους στρατιωτικούς που είτε είδαν την καριέρα τους να τελειώνει άκομψα είτε την παράτησαν μόνοι τους, η κοινωνία στρέφει ενίοτε τα βέλη της στους ανώτατους στρατιωτικούς. Εκείνοι, εκ του ρόλου τους, δεν είναι σε θέση ν’ απαντήσουν άμεσα και αφοπλιστικά. Δεν τους επιτρέπεται, κι αυτό το γνωρίζουν καλά οι κριτές – τιμητές. Κι επειδή το γνωρίζουν χτυπάνε απ’ όλες τις πλευρές. Ποιός είναι ο τελικός στόχος τους; Ερώτηση κρίσεως, να μην το κάνουμε κι εύκολο!!!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ