Η Ενεργειακή Διπλωματία μετά τη συμφωνία AUKUS

ενεργειακή διπλωματία

Της Δρ Άννας Κωνσταντινίδου  , Ιστορικού- Διεθνολόγου *

 

Από τις 31 Οκτωβρίου μέχρι τις 12 Νοεμβρίου περίπου 200 επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων θα συναντηθούν στη Γλασκώβη της Σκωτίας στα πλαίσια της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή. Μια διάσκεψη ιδιαίτερα σημαντική, ιδιαίτερα τη χρονική περίοδο που διεξάγεται, μετά τη Συμφωνία AUKUS και όσα συμβαίνουν στη σημαντική για τη Διεθνή Διπλωματία ανατολική περιφέρεια.

Διεθνής Διάσκεψη για το Κλίμα: Στην πρώτη γραμμή η ελληνική «πράσινη διπλωματία»

Το κλίμα με ο,τι συνεπάγεται γύρω από αυτό και κυριότατα την ενέργεια, ως στοιχείο με βασικό αντίκτυπο σε αυτό, κάθε άλλο παρά αποτελεί μία “νεολογική” συνθήκη για τη Διπλωματία. Και μπορεί τις τελευταίες δεκαετίες οι Διεθνείς Οργανισμοί και οι Ενώσεις να έχουν ενσκήψει στην προστασία του περιβάλλοντος, όμως ο βασικός συντελεστής στη διαμόρφωσή, δηλαδή η ενέργεια, απασχόλησε ήδη από τη δεκαετία του 1970 τόσο την τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα όσο και τον ΟΗΕ, μετά το εμπάργκο πετρελαίου των αραβικών κρατών κατά τη διάρκεια του αραβοϊσραηλινού πολέμου στην περίοδο του Γιομ Κιπούρ (Γιομ Κιπούρ είναι η εβραϊκή γιορτή του Εξιλασμού κατά τη διάρκεια της οποίας διεξήχθη και ο ομώνυμος πόλεμος). Οι χώρες, κυρίως οι δυτικές, κινδύνευσαν να μείνουν χωρίς καύσιμα, με συνέπεια να διακυβεύεται η ενεργειακή τους ασφάλεια.

Τότε στο διπλωματικό λεξιλόγιο μπήκε επίσημα πλέον η λέξη ενεργειακή ασφάλεια, με συνέπεια τα κράτη (και κυρίως της Δύσης) να προσπαθούν να βρουν διεξόδους απεξάρτησης από την Ανατολή. Παρενθετικά να σημειώσουμε, ότι με τον όρο ενεργειακή ασφάλεια εννοείται ο οποιοδήποτε μηχανισμός και το οποιοδήποτε μέσο που χρησιμοποιείται και θα χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο αδιάκοπος ενεργειακός εφοδιασμός…

Έτσι η τότε ΕΟΚ, ήδη από το 1975, αποφάσισε να στραφεί σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας, με πρώτη την πυρηνική, ενώ πολλά κράτη – μέλη της επανήλθαν εκ νέου στη χρήση γαιανθράκων (μία πρακτική που είχαν πολλές χώρες εγκαταλείψει ήδη πριν από τον Β’ΠΠ), ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά, η ΕΟΚ πιο ευαισθητοποιημένη από ποτέ για το ζήτημα του περιβάλλοντος, ψηφίζει και τους πρώτους περιβαλλοντικούς κανόνες σε σχέση με την ενεργειακή χρήση ορισμένων ορυκτών.

Η διάσταση του περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή πλέον είναι σύμφυτη με την Πολιτική Διπλωματία, καθώς η Ενεργειακή Διπλωματία ως στοιχείο εξεύρεσης ενεργειακών πόρων για την επιβίωση των Κρατών ήταν μία συνθήκη που υφίστατο ήδη από το 1914, και κυρίως με την ίδρυση της ΚτΕ, ενώ ήταν ένας μηχανισμός που χρησιμοποίησε η Αμερική (κυριότατα) για την εγκαθίδρυσή της στη Μέση Ανατολή. Και ενώ συνειρμικά την Ενεργειακή Διπλωματία την ταυτίζουμε με το κλιματικό περιβάλλον, ωστόσο αποτελούν δύο κομμάτια του ίδιου παζλ, και όχι το ίδιο κομμάτι.

Η Ελλάδα, όπως και όλη η ΕΕ, υιοθετώντας τόσο τις διάφορες διεθνείς Συμφωνίες για το Περιβάλλον και την Κλιματική Αλλαγή όσο και δημιουργώντας ως ένα ενιαίο θεσμικό περιβάλλον τη δική της πρακτική για το κλίμα, ψηφίζοντας τη Συνθήκη των Παρισίων (2015), δεσμεύεται να διαμορφώσει μία στρατηγική δράση, η οποία θα τη βοηθήσει να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη κοινωνία και οικονομία έως το 2050. Για περισσότερες πληροφορίες (τόσο για την πολιτική σχετικά με το Κλίμα τόσο σε ΕΕ όσο και ΟΗΕ) παραθέτω το σύνδεσμο του ΕΚ:

Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή

Και πάμε στο σήμερα και στο τώρα, προσπαθώντας να σκιαγραφήσουμε γιατί τη δεδομένη στιγμή, η συγκεκριμένη Διάσκεψη είναι πολύ σημαντική σε διεθνές επίπεδο.

Κι ας αρχίσουμε από τα ζητήματα ενέργειας του δικού μας κοντινού, γεωγραφικού περιβάλλοντος και πιο συγκεκριμένα της γειτονιάς μας και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν σε περιβαλλοντικό επίπεδο. Και φυσικά αναφέρομαι στην κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Ακκούγιου της Τουρκίας, μια σύμπραξη κατασκευής ρωσοτουρκικών συμφερόντων. Τον Απρίλιο είχα αναφερθεί εκτενώς στο συγκεκριμένο ζήτημα και γιατί, αν και η Τουρκία είναι τρίτη χώρα, αλλά με προοπτικές ένταξης και με θεσμικούς δεσμούς με την ΕΕ, πρέπει να συμπλεύσει με τα ενωσιακά δεδομένα ως προς τον τρόπο διασφάλισης των συνθηκών λειτουργίας του εργοστασίου, για να μην προκύψει ένα δεύτερο Τσερνομπίλ.

Παραθέτω το σύνδεσμο τής ανάρτησής μου στο facebook.

Τόσο η ΕΕ γενικά, αλλά ιδίως η Γαλλική Κυβέρνηση ειδικά (εκτός από εμάς) βλέπουν με ιδιαίτερο σκεπτικισμό την κατασκευή και τη λειτουργία του πυρηνικού σταθμού, παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ακκούγιου, και το γαλλικό κράτος εκτός των άλλων επειδή αυτήν την στιγμή είναι η πρώτη χώρα της ΕΕ ως προς την παραγωγή και πώληση πυρηνικής, ηλεκτρικής ενέργειας στο περιβάλλον της Ευρώπης. Πρέπει να σημειώσουμε δε, αν και είναι γνωστό, ότι με Πρωτόκολλα και Συμφωνίες τόσο σε διεθνές όσο και σε ενωσιακό επίπεδο, η πυρηνική ενέργεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί ΜΟΝΟ για ειρηνικούς σκοπούς!

Με όλη αυτήν την πολιτική κατάσταση που επικρατεί στην ευρασιατική περιοχή, και με ένα Ιράν να βρίσκεται εκτός πυρηνικού προγράμματος αφενός, αφετέρου η Ρωσία να μην έχει ουσιαστικό ρόλο στα τωρινά διπλωματικά συμβεβηκότα σε Νοτιοανατολική Ασία, τόσο η ΕΕ όσο και μεμονωμένα το γαλλικό κράτος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει ευθεία παρέμβαση για το Ακκούγιου, κυρίως και πρωταρχικά στην κατασκευάστρια χώρα, Ρωσία.

Επίσης, η Κίνα είναι ένα κράτος που είναι άμεσα υπεύθυνο για την κλιματική αλλαγή, μία συνθήκη που τη χρησιμοποιεί – πολλές φορές – ως πολιτικό και διπλωματικό μέσο άσκησης πίεσης στη Διεθνή Κοινότητα. Αν και ευθύς αμέσως με την ανάληψη των αμερικανικών, προεδρικών καθηκόντων, τόσο ο Αμερικανός Πρόεδρος όσο και ο Κινέζος ομόλογός του ήρθαν σε επαφή για το συγκεκριμένο θέμα, με την Κίνα ως δείγμα καλής θέλησης τον Ιούλιο να προβαίνει σε λειτουργία κινεζικής αγοράς άνθρακα, ωστόσο πριν λίγες εβδομάδες, η Κίνα και οι ΗΠΑ δεν κατέληξαν σε μια συμφωνία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, με το Πεκίνο να απορρίπτει τις εκκλήσεις για δημόσιες δεσμεύσεις πριν από τη σύνοδο κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα τον Νοέμβριο.

Φυσικά, ως προς αυτό οι ΗΠΑ έχουν το πάνω χέρι να ασκήσουν ιδιαίτερα μεγάλη πίεση στην Κίνα, να αποδεχτεί τους όρους που θα τεθούν, ώστε η δεύτερη να συμπλεύσει με τους διεθνείς κανόνες για τη μείωση των ρύπων. Και πώς μπορεί η Αμερική να πιέσει;

Η Κίνα μετά την AUKUS ζητά να συμπληρώσει το κενό που άφησαν οι ΗΠΑ, μετά την αποχώρησή τους από τη Συμφωνία TPP, το 2017. Είναι η συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου που υπόγραψε η Αμερική με την Ιαπωνία και 10 ακόμα κράτη του Ειρηνικού το 2015. Ανάμεσα στα κράτη που υπέγραψαν τη Συμφωνία είναι ο Καναδάς και η Αυστραλία. Οπότε, μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως πώς αυτήν την στιγμή οι ΗΠΑ έχουν το πάνω χέρι σε σχέση με την Κίνα.

Και τελειώνοντας, θεωρώ ότι πρέπει να σημειωθεί κάτι σημαντικό, που δείχνει ότι η Συμφωνία AUKUS ήταν μία σπασμωδική κίνηση που έγινε από την Αμερική, και η οποία ουσιαστικά δημιούργησε ρήγμα στις σχέσεις ευτυχώς – όχι ανεπανορθωτο- με την Ένωση και κυρίως την Γαλλία.

Ο Μπάιντεν έπρεπε να ξαναβάλει την Αμερική στη Συμφωνία ΤPP και να υπογράψει την ανάλογη Συνθήκη με την ΕΕ, δηλαδή την TTIP, τη διαπραγμάτευση της οποίας εγκατέλειψε το 2017, ο Τραμπ. Κάτω από το πλαίσιο αυτό αφενός δεν θα υπήρχε όλο αυτό το “πάγωμα” στη Διεθνή Διπλωματία αφετέρου θα είχε δυσκολέψει πάρα πολύ την Κίνα… Γιατί οφείλουμε να σημειώσουμε αυτό : Ότι η Κίνα υπόγραψε τη Συμφωνία RCEP ως μια κίνηση “αντεκδίκησης” που δεν βρισκόταν στην εμπορική συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου, της TPP.

Και μετά, η Κυβέρνηση Μπάιντεν θα μπορούσε, αν το έκρινε δόκιμο, να επεκταθεί σε ανάλογη στρατιωτική συμφωνία με την AUKUS.


Περισσότερα άρθρα από την Άννα Κωνσταντινίδου:

ΑΠΟΨΕΙΣ – ΑΝΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ


*Η Δρ Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, ερευνήτρια της ίδιας Σχολής, Εξωτερική Συνεργάτιδα της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου και μέλος και ερευνήτρια του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.).

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ