Η επικίνδυνη αύξηση των Στρατιωτικών Εξοπλισμών σε παγκόσμια κλίμακα

Δημοσιεύτηκε φέτος η έκθεση που διεξάγει κάθε τετραετία το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) και στην οποία αποτυπώνονται οι τάσεις της εξαγωγής και εισαγωγής οπλικών συστημάτων από και προς κάθε μεριά του πλανήτη. Η έκθεση καταλήγει σε μια συγκριτική μελέτη της διάγουσας τετραετίας με τις προηγούμενες τετραετίες.

Γράφει ο Κώστας Λαμπράκης, Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ
Σύμφωνα με την έκθεση οι εξαγωγές όπλων την περίοδο 2014-2018 είναι αυξημένες κατά 7,3 % από την τετραετία 2009-2013 και κατά 23% από τις προηγούμενες τετραετίες. Το 99% των εξαγωγών πραγματοποιείται από τις πρώτες 25 χώρες της λίστας ενώ το 87% του ποσοστού αυτού προέρχεται από τις εξαγωγές της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης. Το μόνο που έχει μείνει απαράλλαχτο με τις προηγούμενες δεκαετίες είναι η πρώτη πεντάδα των εξαγωγικών χωρών, το ποσοστό εξαγωγών των οποίων αυξήθηκε κατά 10%, φτάνοντας το 75 %.
Οι ΗΠΑ παρουσίασαν αύξηση των εξαγωγών τους κατά 29%, με αποτέλεσμα να εξάγουν το 36 % του συνολικού ποσοστού όπλων στον πλανήτη, διευρύνοντας τη διαφορά τους από τη δεύτερη στη λίστα Ρωσία, η οποία είναι και η μόνη χώρα της 5αδας που παρουσιάζει μείωση στις εξαγωγές όπλων. Η Γαλλία αύξησε τις εξαγωγές της κατά 43 % ενώ η Γερμανία κατά 13 %, φτάνοντας τις εξαγωγές της Ε.Ε στο 27 % των συνολικών εξαγωγών σε όλο τον κόσμο. Η Κίνα τέλος αύξησε τις εξαγωγές της κατά 2,7%, ένα ποσοστό που μπορεί να φαίνεται μικρό αλλά αν αναλογιστούμε πως τις τετραετίες 2004-2008 και 2009-2013 η αντίστοιχη αύξηση ήταν 195 %, είναι εμφανές ότι η Κίνα συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση της αναδιοργάνωσης και ανάπτυξης της εγχώριας βιομηχανίας όπλων και της εξαγωγής των οπλικών της συστημάτων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η παρουσία της Τουρκίας στην 14η θέση της λίστας των μεγαλύτερων εξαγωγέων όπλων με αυξητικές τάσεις που βασίζονται στην εξελισσόμενη εγχώρια πολεμική βιομηχανία.
Το 52% των αμερικανικών εξαγωγών οπλικών συστημάτων κατευθύνεται στη Μέση Ανατολή (με αύξηση 134% σε σχέση με την προηγούμενη τετραετία), όπου άλλωστε η διαρκής εμπόλεμη κατάσταση συντηρεί μια μεγάλη αγορά οπλικών συστημάτων και για τη Ρωσία, την Γαλλία και Γερμανία.
Αξιοσημείωτο τέλος είναι το γεγονός, που επιβεβαιώνει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, πως  πιο «περιζήτητο» όπλο αποτελεί το αμερικανικό μαχητικό F-35 με σχεδόν 900  παραγγελίες και 255 πωλήσεις σε 14 κράτη.

Οι Μεγάλοι Εισαγωγείς

Σύμφωνα με την έκθεση του SIPRI, οι εισαγωγές όπλων στην Αφρική αυξήθηκαν ως αποτέλεσμα της δράσης τρομοκρατικών οργανώσεων στο βόρειο και κεντρικό τμήμα της ηπείρου. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η Αλγερία, Λιβύη, Μαρόκο και Τυνησία ευθύνονται για το 75 % των εισαγωγών οπλικών συστημάτων ενώ οι εισαγωγές των χωρών της  υποσαχάριας Αφρικής αποτελούν το 25 %. Οι μεγαλύτεροι προμηθευτές όπλων της Αφρικής είναι η Ρωσία (49%), οι ΗΠΑ (15%) και η Κίνα (10%), η οποία τα τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει σημαντική παρουσία στην αφρικανική ήπειρο και όχι μόνο στο πεδίο των εξοπλισμών. Οι χώρες του Σαχέλ, οι οποίες και αντιμετωπίζουν τα περισσότερα προβλήματα από τη δράση τζιχαντιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων, διατηρεί σε χαμηλό επίπεδο της εισαγωγές οπλικών συστημάτων, γεγονός που οφείλεται τόσο στη δεινή οικονομική κατάσταση των χωρών της περιοχής όσο και στη παρουσία και δράση ξένων επεμβατικών δυνάμεων (ΗΠΑ και Γαλλίας).
Στη ζώνη της Κεντρικής Αμερικής, Καραϊβικής παρατηρείται αύξηση στις εισαγωγές εξοπλισμών κατά 49% σε αντίθεση με τις εισαγωγές στη Νότια Αμερική που μειώθηκαν κατά 51%. Το Μεξικό διατηρεί τα πρωτία στις εισαγωγές όπλων, αφού ευθύνεται για το 72% των εισαγόμενων εξοπλισμών στην Κεντρική Αμερική, γεγονός που συνδέεται αναπόσπαστα με τα έκτακτα μέτρα της χώρας για την αντιμετώπιση των παντοδύναμων καρτέλ ναρκωτικών.
Στην Ασία και την Ωκεανία παρατηρείται μείωση στις εισαγωγές εξοπλισμών κατά 6.7 %. Η μείωση δικαιολογείται από την δυναμική των κρατών της περιοχής στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας. Οι κυρώσεις που επέβαλλε η Δύση στη Ρωσία και  η ρήξη της τελευταίας με την Ε.Ε. είχε ως αποτέλεσμα τον τερματισμό στις ρωσικές εισαγωγές όπλων από τις χώρες της ΕΕ και την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας. Η Ινδία παραμένει ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων παρουσιάζοντας όμως μείωση της τάξης του 24%, μια τάση που παρατηρείται και στο εχθρικό για αυτήν Πακιστάν (μείωση 39%). Η αναζωπύρωση βέβαια των ανταγωνισμών στην περιοχή και η μεγάλη σημασία που έχουν οι χώρες αυτές ως εισαγωγείς ρωσικών αμερικανικών και κινεζικών οπλικών συστημάτων, αναμένεται να αντιστρέψει την τάση και να οδηγήσει τις χώρες σε μια νέα κούρσα εξοπλισμών. Η Κίνα τέλος, παρά την στροφή της στην εγχώρια παραγωγή και κατασκευή των οπλικών της συστημάτων, συνεχίζει να εισάγει εξοπλισμούς σε μεγάλο ποσοστό κυρίως από τη Ρωσία (70%), παρουσιάζοντας ωστόσο μείωση κατά 7 %.
Στην Ευρώπη παρατηρείται μείωση στις εισαγωγές όπλων στη τετραετία 2014-2018. Βασικός προμηθευτής της παραμένει η Αμερική, από την οποία εισάγεται το 41 % των εξοπλισμών.  Η πτωτική αυτή τάση αναμένεται να συνεχιστεί, ακόμα και να αυξηθεί στα προσεχή χρόνια, ως συνέπεια της στροφής που πραγματοποιεί η ευρωπαϊκή ένωση στην στήριξη και χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπλων για την ενδεχόμενη επάνδρωση ενός ευρωστρατού, αυτόνομου πολιτικά και επιχειρησιακά από τα Νατοϊκά στρατεύματα. Προς το παρόν οι ελλείψεις της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπλων και η προσπάθεια του ΝΑΤΟ για στρατηγική και στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας, βρίσκουν ως κοινή λύση τη συνεργασία Ευρώπης-ΗΠΑ στην πώληση και εκσυγχρονισμό των πολεμικών εξοπλισμών.
Ειδικά μνεία γίνεται στην έρευνα του SIPRI, για την περιοχή της Μέσης Ανατολής, και όχι άδικα. Στην ευρύτερη περιοχή, μαίνονται δύο από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις της δεκαετίας μας, η Συρία και η Υεμένη, ενώ εμπόλεμοι και ουδέτεροι έχουν ήδη μοιραστεί στα στρατόπεδα τους. Οι εισαγωγές σε χώρες της Μέσης Ανατολής αυξήθηκαν κατά 87 % ενώ 4 χώρες τις περιοχής βρίσκονται στις πρώτες θέσεις των μεγαλύτερων εισαγωγέων. Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται στην πρώτη θέση με αύξηση μάλιστα σε σύγκριση με την προηγούμενη τετραετία κατά 192 % ενώ οι παραγγελίες της, κυρίως από την αμερικανική βιομηχανία όπλων, είναι ακόμα μεγαλύτερες για την ερχόμενη τετραετία. Μεγάλοι εισαγωγείς της περιοχής είναι η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία συμμετέχουν παρασκηνιακά στον πόλεμο που εξελίσσεται στην Υεμένη. Τέλος στη πρώτη παγκόσμια δεκάδα εισαγωγέων βρίσκεται και το Ιράκ, όπου ο πόλεμος με τον ISIS, οδήγησε σε αύξηση κατά 139 % τις εισαγωγές όπλων, με το 54 % να προέρχεται από τις ΗΠΑ, κατά 9,6% από τη Ρωσία και 8,6 % από τη Γαλλία.

Η επικίνδυνη αυξητική τάση στους δείκτες της Έκθεσης του SIPRI

Οι τάσεις στους δείκτες της έκθεσης είναι ανοδικές και επικίνδυνες. Οι αυξημένες εξαγωγές και εισαγωγές όπλων είτε προμηνύουν πολέμους είτε έπονται αυτών. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό πως ακόμα και στις περιοχές που παρατηρήθηκε μείωση εισαγωγών, η τάση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μιας συμφωνίας περιορισμού των εξοπλισμών αλλά η στροφή των χωρών της περιοχής στην εγχώρια βιομηχανία και αγορά οπλικών συστημάτων.
Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, οπότε και η συγκέντρωση των εξοπλισμών βρισκόταν στα ίδια επίπεδα με τη σημερινή, εμφανίστηκε ο όρος στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα. Ο όρος μεταξύ άλλων υποδήλωνε τη στροφή της βιομηχανίας και τεχνολογικής εξέλιξης προς την κατασκευή και τελειοποίηση προηγμένων οπλικών συστημάτων.
Μπορεί από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου να μας χωρίζουν μερικές μόνο δεκαετίες, τεχνολογικά όμως απέχουν αιώνες. Δεν είναι τυχαίο πως οι μεγαλύτερες τεχνολογικές ανακαλύψεις έγιναν πρωτίστως για στρατιωτικούς σκοπούς και έπειτα διαδόθηκαν στη παγκόσμια αγορά. Εξίσου τυχαίο δεν είναι ότι και οι πιο προηγμένες τεχνολογίες, όπως οι δορυφόροι, ή το internet που ένωσαν κάθε γωνία του πλανήτη, αξιοποιούνται για στρατιωτικούς σκοπούς.
Αυτό που έσωσε την ανθρωπότητα στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ήταν και ο μεγαλύτερος κίνδυνος της. Τα πυρηνικά όπλα, ικανά να προκαλέσουν ένα ολοκαύτωμα, που αντίστοιχο του είχε να δει ο πλανήτης εκατομμύρια χρόνια, αποτελούσαν ένα μέσο επιβολής που δεν μπορούσε και δεν έπρεπε ποτέ να χρησιμοποιηθεί. Στη σημερινή εποχή η πολεμική βιομηχανία διάγει μια περίοδο που έχει χαρακτηριστική ως επανάσταση της ακρίβειας. Με τον όρο αυτό προσδιορίζεται η κατασκευή νέων όπλων με μεγαλύτερη ακρίβεια πλήγματος που μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις προσεγγίζει το μηδενικό λάθος.
Μπορεί πριν πέντε δεκαετίες τα πυρηνικά όπλα να ήταν τα μόνα ικανά να επιφέρουν ουσιώδη πλήγματα σε κάθε γωνία του πλανήτη και εξ αυτού του λόγου τα μόνα αποτελεσματικά μέσα. Τα οπλικά συστήματα μεγάλης ακρίβειας καθιστούν πλέον τα πυρηνικά όπλα πολυδάπανα και αναποτελεσματικά, τα οποία ακόμα και οι πιο ακραίοι δικτάτορες, και όχι μόνο, δεν τόλμησαν να τα χρησιμοποιήσουν. Αντιθέτως τα νέα όπλα εκτοξεύονται από τη μια μεριά του πλανήτη στην άλλη με την ίδια περίπου ακρίβεια που ένας στρατιώτης πυροβολεί τον στόχο που βρίσκεται μερικά μέτρα μπροστά του.
Τα νέα βαλλιστικά και αντιβαλλιστικά όπλα ακρίβειας καθιστούν τον πόλεμο ένα παιχνίδι μερικών εκατοντάδων παικτών που αποφασίζουν την εκτόξευση και τον στόχο, πολλές φορές απέχοντας χιλιόμετρα από το ίδιο το όπλο και τον εχθρό. Οι συζητήσεις και οι εκατέρωθεν κατηγορίες των αντίπαλων στρατοπέδων για παραβίαση των κάθε λογής συνθηκών περιορισμού των εξοπλισμών και των όπλων μεγάλου βεληνεκούς δεν είναι παρά τεχνάσματα για κατάργηση των εν λόγω συνθηκών και την απρόσκοπτη ανεμπόδιστη και νόμιμη πλέον εξέλιξη των όπλων μεγάλου βεληνεκούς και υψηλής ακρίβειας ως το βασικό και αποτελεσματικό μέσο επιβολής.

Πηγή: ΚΕΔΙΣΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ