Γιατί ο Φάκελος της Κύπρου δε θ' ανοίξει ποτέ

Μια ιστορική διαδρομή μέσα από σημερινή ματιά και μετά από 44 χρόνια για το πως οι τότε πολιτικές μεθοδεύσεις έφεραν την Τούρκικη εισβολή στη Κύπρο και τις εξελίξεις που δρομολογήθηκαν αμέσως μετά στο πολιτικό σκηνικό της χώρας
 
 
Όταν στις 20 Ιουλίου 1974 τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν στη βόρεια πλευρά της Κύπρου, υπό τη διοίκηση του Αντιστρατήγου Νουρετίν Ερσίν (έχει σημασία τ’ όνομα), άρχιζε μια απί τις πλέον μαύρες εποχές του Ελληνισμού. Προδοσία, εμφύλια διαμάχη, ακόμα ένας πιο δύσκολος και πιο άγριος ξεριζωμός, και πάνω απ’ όλα απώλεια εθνικού εδάφους.
Όποιος ξεχωρίζει την Κύπρο από την Ελλάδα είτε παίζει το παιχνίδι εκείνων που βολεύονται από μια τέτοια κατάσταση είτε είναι επιεικώς αμόρφωτος και με σαφή έλλειψη πατριωτικών αισθημάτων. Ένα κράτος με κοινό εθνικό ύμνο με την Ελλάδα, με ίδια γλώσσα, κοινή ιστορία αλλά κυρίως κοινό εθνικό φρόνημα τι άλλο μπορεί να είναι εκτός από Ελληνικό;
Τα αυτονόητα πολλές φορές στην Ελληνική Ιστορία υπήρξαν δύσκολα στην κατανόηση. Κι αυτό ακριβώς συνέβη και στην Κυπριακή τραγωδία. τα πράγματα, για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ είναι λίγο έως πολύ δεδομένα και γνωστά.
Η αμερικανοκίνητη χούντα τόσο του Παπαδόπουλου όσο και του Ιωαννίδη, όσο κι αν προσπαθούμε σήμερα να την απενοχοποιήσουμε, είναι η κυρίως ένοχη για την Κυπριακή τραγωδία.
Δε θα μιλήσουμε απλά για έλλειψη πατριωτισμού αλλά για παντελή έλλειψη γνώσης της διεθνούς πραγματικότητας και διάθεση για παραμονή στην εξουσία, ανεξάρτητα από το κόστος. Τα όποια δήθεν φιλολαϊκά μέτρα μπορεί να πήρε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής της, με τη διαφθορά να φτάνει σε απίστευτα υψηλα επίπεδα, βόλεψαν την εσωτερική “καλή μαρτυρία”. Όμως στην εξωτερική πολιτική της η χούντα απέτυχε παταγωδώς.
Η διεθνής κατακραυγή, οι διώξεις, οι διεθνείς εκστρατείες για την ανατροπή του καθεστώτος αλλά πάνω απ’ όλα η βεβαιότητα όλων των διεθνών φορέων πως επρόκειτο για πλήρως υποταγμένη κυβέρνηση στα αμερικανικά συμφέροντα, έκαναν τεράστιο κακό στη διεθνή εικόνα της Ελλάδας. Ο Παπαδόπουλος, άνθρωπος έξυπνος και με αρκετά καλό αισθητήριο της πολιτικής σκηνής στα τελευταία του, διείδε πως έπρεπε ν’ αλλάξει κάτι. Αλλά τ’ αφεντικά είχαν άλλη άποψη, γι’ αυτό τον ανέτρεψαν και έβαλαν στη θέση του τον Ιωαννίδη.
Ο τελευταίος, άνθρωπος με παντελή έλλειψη του διεθνούς περιβάλλοντος, έγινε πιο υπάκουος κι από σκύλο στους Αμερικανούς. Η ανατροπή του Μακαρίου μ’ ένα πραξικόπημα μελετημένο και σχεδιασμένο από εξωτερικούς παράγοντες και υλοποιημένο από Έλληνες, ήταν πραγματικά το σύνθημα για τους Τούρκους, που κατά δήλωσή τους, ως προστάτιδα δύναμη, έστερξαν να επιβάλλον την τάξη στο νησί.
Ο λόγος του Μακαρίου το βράδυ της 19ης Ιουλίου 1974, αφορμή για να χαρακτηριστεί ο ίδιος ως προδότης από αρκετούς υπεραπατριώτες, χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές για να χαρακτηριστεί ως η αφορμή για την εισβολή.

Ποιά είναι η αλήθεια όμως; Ο Μακάριος, είχε χαρακτηριστεί ως “ένας επικίνδυνος κουμουνιστής ορθόδοξος παπάς” από το Χένρι Κίσιγκερ. Βρισκόμαστε στο απόγειο του ψυχρού πολέμου, και τ’ απόνερα της ήττας του Βιετνάμ είναι πολύ έντονα και στην αμερικανική κοινωνία αλλά και στην πολιτική σκηνή. Στο μαλακό υπογάστριο της Μεσογείου, η διακυβέρνηση της Κύπρου από το Μακάριο, ο οποίος έχει ήδη ενταχθεί στι κίνημα των αδεσμεύτων από το 1961, μαζί με τον Τίτο, το Νάσερ και το Νεχρού, είναι για τους Αμερικανούς μια πυριτιδαποθήκη. Το 1970 γινεται απόπειρα δολοφονίας του και το 1973 προσπάθεια καθαίρεσής του, αλλά ο Μακάριος επιβιώνει και στις δύο περιπτώσεις.
Τελικά το 1974 τα καταφέρνει ο Ιωαννίδης με Κυπρίους συνεργούς και την ΕΟΚΑ Β’. Ο Μακάριος ανατρέπεται και μέσω Μάλτας και Λονδίνου φτάνει στη Νέα Υόρκη. Ο Μακάριος συναντάται με Αμερικανούς αξιωματούχους, έχοντας συνναντήσει πριν και το Βρετανό πρωθυπουργό Γουίλσον, οι οποίοι τον βεβαιώνουν πως η κατάσταση θα ομαλοποιηθεί και ο ίδιος θα επιστρέψει στην Κύπρο, αλλά δεν του λένε πως θα γίνει αυτό, απλά τον ενημερώνουν πως οι εγγυήτριες δυνάμεις θα παρέμβουν. Ο Μακάριος το εκλαμβάνει ως θετικό νέο και ειδοποιεί τους δικούς του στην Κύπρο. Όταν καταλαβαίνει όμως τι πρόκειται να γίνει, είναι αργά και ο ίδιος έχει πέσει στην παγίδα.
Το αρχικό σχέδιο ήταν να ανατραπεί ο Μακάριος από τη χούντα των Αθηνών και ν’ αντικατασταθεί από στρατιωτικό και μάλιστα το Στρατηγό Γρίβα, ήρωα της ΕΟΚΑ. Αλλά στην Κύπρο ο Μακάριος είναι ο φυσικός ηγέτης του Κυπριακού λαού κι αυτό δεν είναι εύκολο.
Ένας πιο ρεαλιστικός σχεδιασμός από τους decision makers της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, προκρίνει ένα σχέδιο διχοτόμησης της Κύπρου. Αλλά ο Παπαδόπουλος δεν είναι πλέον όσο πειθήνιος ήταν στην αρχή. Ο Ιωαννίδης, φανατικός αντικουμουνιστής είναι πιο εύκολο να πειστεί και να δημιουργήσει τις συνθήκες για μια Τουρκική εισβολή που ήδη σχεδιάζεται από το 1972. Η νεαρή κυβέρνηση του Μπουλέντ Ετσεβίτ δεν είναι και πολύ ενθουσιώδης σε μια τέτοια επιχείρηση και μάλιστα χωρίς καμία εξασφάλιση.
Οι Τουρικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν είναι σε κατάσταση να υποστηρίξουν μια τέτοια επιχείρηση και οι στρατιωτικοί το γνωριζουν καλά. Το μόνο ανθαρρυντικό στοιχείο είναι οι διαβεβαιώσεις των αμερικανών στρατιωτικών συμβούλων πως “δε θ’ ανοίξει μύτη”.
Στην Αθήνα ο Ιωαννίδης πείθεται από τον Αμερικανό υφυπουργός Εξωτερικών Τζόζεφ Σίσκο, πως δεν πρόκειται για επιχείρηση αλλά για άσκηση και μάλιστα στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Γι΄αυτό και ο Ιωαννίδης όταν πήρε χαμπάρι τι γινόταν, στη σύσκεψη που έγινε με τον Αρχηγό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και το Σίσκο στο Πεντάγωνο το πρωί της 19ης Ιουλίου 1974 δηλώνει οργισμένος «Μας εξαπατήσατε… Ημείς θα κηρύξωμεν πόλεμον!» και αποχωρεί από τη σύσκεψη. Τη στιγμή εκείνη υπέγραψε την καταδίκη του.
Οι εντολές πλέον είναι ν’ αντιμετωπιστεί η Τουρκική εισβολή, αλλά είναι πλέον αργά. Χωρίς οπλισμό, εξοπλισμό και χωρίς ουσιαστική διοίκηση οι Ελληνικές και Ελληνοκυπριακές δυνάμεις, έχοντας χάσει πολύτιμο χρόνο, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να αντισταθούν ηρωικά.
Οι 40.000 Τούρκοι στρατιώτες είναι πολλοί και τα μέσα που διαθέτουν κατά πολύ ανώτερα των Ελληνικών. Παρόλα αυτά ο Τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, ο οποίος αμφισβήτησε ανοιχτά το διοκητή του στην επιχείρηση Αντιστρατήγο Νουρετίν Ερσίν, δηλώνει αργότερα:
«Αναρωτιέμαι σήμερα αν τότε εκείνη η ακτή είχε εμπόδια ή ήταν ναρκοθετημένη, τι θα κάναμε; Ποια άλλη ακτή θα επιλέγαμε και θα ερευνούσαμε; Ήταν ποτέ δυνατόν αφού η επιχείρηση στην Κύπρο θα άρχιζε το πρωί της 20ης Ιουλίου, να ψάχναμε άλλη ακτή και να την ερευνούσαμε κιόλας; Υπήρχε επαρκής χρόνος;».

Η εξαφάνιση του Ιωαννίδη από προσώπου γής κι ενώ ο “Αττίλας” φαίνεται να έχει κάνει τη δουλειά του, κάνει τους Αμερικανούς ν’ ανησυχούν και σε σύσκεψη που γίνεται το βράδυ της 22ας Ιουλίου 1974 που γινεται στο Αμερικανικό υπουργείο εξωτερικών, υπό την προεδρία του Χένρι Κίσιγκερ, προκρινεται το σχέδιο ανατροπής της χούντας και άμεσης αντικατάστασής της από μια υπάκουη πολιτική κυβέρνηση.
Πολλά ονόματατα πέφτουν στο τραπέζι αλλά εκείνο που φαίνεται να κερδίζει είναι του Κωνσταντίνου Καραμανλή, συντηρητικού και σχετικά άφθαρτου πολιτικού με σαφή αντικουμουνιστική και φιλοδυτική φιλοσοφία. Η αυτοεξορία του στο Παρίσι από τη προηγούμενη κιόλας δεκαετία βολεύει πολύ την όλη κατάσταση. Έτσι, δίνεται εντολή στον Στρατηγό Γκιζίκη, πρόεδρο της “Δημοκρατίας” να καλέσει κάποιους Έλληνες πολιτικούς για να ξεκινήσουν τις διαδικασίες.
Κι ενώ το πρωί της 23ης Ιουλίου ο Γκιζίκης δίνει εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στον Παναγιώτη Κανελόπουλο, πρόεδρο της ΕΡΕ, το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Ευάγγελος Αβέρωφ, μετά από επικοινωνία με το Σίσκο, τηλεφωνεί στο Γκιζίκη και του αναγγέλει πως η εντολή πρέπει ν’ ανατεθεί στον Καραμανλή ο οποίος αναμένεται τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου στην Ελλάδα. Όντως, στις 2 το πρωί φτάνει ο Καραμανλής στην Ελλάδα με ιδιωτική πτήση και στις 4 το πρωί ορκίζεται πρωθυπουργός.

Εκεί τους Αμερικανούς τους περιμένει μια ακόμα έκπληξη: Ο Καραμανλής έχει δική του ατζέντα και δεν είναι καθόλου υπάκουος. “Αυτοί οι Έλληνες δεν ξέρουν καθόλου τι σημαίνει να υπακούς σε εντολές” φέρεται να δηλώνει ο Κίσιγκερ σε σύσκεψη στο Λευκό Οίκο στις 27 Ιουλίου 1974, όταν ενημέρωνε τον πρόεδρο των ΗΠΑ για τις εξελίξεις.
Όταν πλέον οι προθέσεις του Καραμανλή γινονται προφανείς, οι διαβουλεύσεις που γίνονται στη Γενεύη και ακολούθησαν την κατάπαυση του πυρός την 23η Ιουλίου 1974, οδηγούνται σε αδιέξοδο την 14η Αυγούστου 1974, με υπαιτιότητα των Τούρκων μετά από προτροπή των Αμερικανών.
Έτσι ο “Αττίλας 2” ξεκινάει την επόμενη μέρα, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα είναι αλλιώς. Οι Έλληνες κι Ελληνοκύπριοι είναι ενωμένοι και έχουν εικόνα του εχθρού καθώς και είναι προετοιμασμένοι, όσο μπορούν βέβαια σε διάστημα 20 ημερών. Έτσι ναι μεν υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα από την επιχείρηση αλλά όχι το επιθυμητό από τους Τούρκους.
Ο Καραμανλής παίρνει αποφάσεις που δεν αρέσουν καθόλου στους Αμερικανούς, νομιμοποιεί το ΚΚΕ, φεύγει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και καταλύει τη βασιλεία, γεγονός που αντιμετωπιζεται πολύ αρνητικά από τη Βρετανική κυβέρνηση.
Πολλά στελέχη του νέου κόμματος του, της Νέας Δημοκρατίας, του επιβάλλονται από πολιτευτές και οικονομικά συμφέροντα τα οποία χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ. Έτσι, ο ίδιος καταλαβαίνοντας πως αργά ή γρήγορα θα έχει πρόβλημα κάνει άνοιγμα προς το κέντρο, ενώ είναι θετικός να τον διαδεχθεί στην πρωθυπουργία ο δηλωμένος αντιαμερικανός Ανδρέας Παπανδρέου, όταν ο ίδιος θα μετακομίσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας.
Αυτό που δεν έχει λογαριάσει καλά είναι η προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου και το γεγονός πως ο “Φάκελος της Κύπρου” μπορεί να γίνει αντικείμενο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης.
Όπως και ακριβώς έγινε: Το1986 συγκροτείται κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή η οποία καταλήγει σε ένα γενικόλογο και αφηρημένο πόρισμα το 1988. Έχοντας καλέσει ως μάρτυρες όλους τους ζωντανούς εμπλεκόμενους, από τον Παπαδόπουλο και τον Ιωαννίδη μέχρι και τον Αβέρωφ, το πόρισμα είναι για γέλια.

Όπως για γέλια είναι και η δήλωση του σημερινού προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση πως θ’ ανοίξει ο Φάκελος της Κύπρου άμεσα. Τι ακριβώς περιμένουν κάποιοι; Μόνο για λόγους μικροπολιτικής σκοπιμότητας έχουν έννοια τέτοιου είδους δηλώσεις.
Η πραγματικότητα είναι λίγο – πολύ αυτό που περιγράψαμε πιο πάνω, προϊόν συστηματικής και πολύχρονης έρευνας, με πληροφορίες από δημοσιευμένα αρχεία υπηρεσιών και από βιβλία αρκετών εμπλεκομένων.
Καλό θα είναι να μην κρίνουμε μια εποχή με τα σημερινά κριτήρια, ιδιαίτερα όταν αυτό γίνεται υπο το καθεστώς γεγονότων όπως η συμφωνία των Πρεσπών και η Ελληνορωσική κρίση.
 
 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ