Τι αποκαλύπτει το ημερολόγιο του γαμπρού του Μουσολίνι, Τσιάνο, για το ιταλικό σχέδιο επίθεσης

ΤΣΙΑΝΟ

Τι αποκαλύπτει για τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο το ημερολόγιο του γαμπρού του Μουσολίνι Γκαλεάτσο Τσιάνο. Ποιοι γνώριζαν τα ιταλικά σχέδια;

Ο Γκαλεάτσο Τσιάνο

Ο Γκαλεάτσο Τσιάνο γεννήθηκε στο Λιβόρνο το 1903 και εκτελέστηκε στη Βερόνα το 1944. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης και μετά από μικρή δημοσιογραφική καριέρα εισήλθε στο διπλωματικό σώμα. Στην αρχή τοποθετήθηκε στις πρεσβείες του Ρίο ντε Τζανέιρο και του Μπουένος Άιρες, στη συνέχεια ανέλαβε γενικός πρόξενος στη Σαγκάη και μετέπειτα πρεσβευτής στην Κίνα.

Τότε (1930) νυμφεύθηκε την κόρη του Μουσολίνι, Έντα, και αναδείχθηκε στην κομματική ιεραρχία. Διορίστηκε διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Υπουργείου Εξωτερικών (1933) και τον επόμενο χρόνο υφυπουργός τύπου και προπαγάνδας. Υπήρξε μέλος του Ανωτάτου Φασιστικού Συμβουλίου που καθόριζε την πολιτική δράση.

Ο Τσιάνο ως Υπουργός Εξωτερικών, θέση που ανέλαβε μετά τις επιχειρήσεις στην Αιθιοπία, προώθησε την Ιταλογερμανική συμμαχία και τον Μάιο του 1939 μαζί με τον Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ συνομολόγησαν το λεγόμενο «Χαλύβδινο Σύμφωνο».

Μετά την ήττα που υπέστη η Ιταλία από τους Έλληνες το 1940, αλλά και γενικότερα του Άξονα το 1942, ο Μουσολίνι τον θεώρησε υπεύθυνο και στις 3 Φεβρουαρίου του 1943 απέλυσε αυτόν και όλο το υπουργικό συμβούλιο, τοποθετώντας τον περιοριστικά πρέσβη στο Βατικανό. Ο Τσιάνο, όμως, αρκετά ισχυρός, έλαβε μέρος στην ιστορική συνεδρίαση του Μεγάλου Φασιστικού Συμβουλίου (24-25 Ιουλίου 1943), λαμβάνοντας θέση υπέρ της πτώσης του Μουσολίνι.

Όταν ο Μουσολίνι συνελήφθη, ο Τσιάνο διέφυγε στη Γερμανία όπου, όμως, οι Γερμανοί τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Αργότερα ελευθερώθηκε και έφθασε στη Ρώμη, απ’ όπου όμως φυγαδεύτηκε και παραδόθηκε στην Ιταλική Δημοκρατία του Σαλό που είχε δημιουργήσει ο Μουσολίνι στη βόρεια Ιταλία. Τελικά συνελήφθη από τις Ιταλικές αρχές και στη δίκη που ακολούθησε στη Βερόνα καταδικάστηκε σε θάνατο ως προδότης και εκτελέστηκε.

Το «Ημερολόγιο» του Τσιάνο

Το «Ημερολόγιο» του Τσιάνο, είναι μια σπουδαία πηγή για το πώς η Ιταλία οργάνωσε και εκτέλεσε την επιχείρηση κατά της Ελλάδας. Αλλά δεν έχει δημοσιοποιηθεί ολόκληρο. Το «Ημερολόγιο» έπεσε στα χέρια των αμερικανικών δυνάμεων, ενώ ακόμη η Γερμανία πολεμούσε, συγκεκριμένα η σύζυγος του Τσιάνο το «αντάλλαξε με τη ζωή της και τη ζωή των παιδιών της» προσεγγίζοντας στην Ελβετία τον τότε αρχιπράκτορα των Αμερικανών, Αλαν Ντάλες.

Το «Ημερολόγιο» βρίσκεται έκτοτε στα αμερικανικά αρχεία. Η ιταλική κυβέρνηση το ζήτησε επανειλημμένα από τον Μάιο του 1983, αλλά η Ουάσιγκτον δεν ικανοποίησε ως σήμερα το ιταλικό αίτημα. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ορισμένες σελίδες που αναφέρονται στην εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας δεν είδαν ποτέ το φως της δημοσιότητας, και Βρετανοί ιστορικοί «πιστεύουν» ότι λείπουν σελίδες που αναφέρονται στην αλληλογραφία Τσόρτσιλ- Μουσολίνι, την ύπαρξη της οποίας με πάθος διέψευδε ο τότε πρωθυπουργός της Βρετανίας και με τόση βεβαιότητα μιλούσαν οι Γερμανοί φον Ρίμπεντροπ και φον Πάπεν, οι Ιταλοί αντάρτες, και γράφουν αγγλοσάξονες πανεπιστημιακοί.

Τα αμερικανικά αρχεία φέρνουν στην επιφάνεια και αλλά ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με τον Πόλεμο του 1940. Είναι πλήρως διασταυρωμένο ότι η Ουάσιγκτον είχε πληροφορηθεί στις 21 Οκτωβρίου 1940 από την πλέον αξιόπιστη πηγή, τον πρεσβευτή της στη Ρώμη Γουίλιαμ Φίλιπς, ότι ο Μουσολίνι ετοιμαζόταν να εισβάλει στην Ελλάδα. Ακόμη και η ημερομηνία της επίθεσης ήταν γνωστή στην Ουάσιγκτον – η 26η Οκτωβρίου αρχικώς, που μετακινήθηκε στις 28. Η Αθήνα όμως δεν έλαβε ποτέ μια τέτοια πληροφορία, ούτε από τον αμερικανό πρεσβευτή Λίνκολν Μακβή ούτε από τον Άγγλο πρεσβευτή Ρέτζιναλντ Λίπερ, με τους οποίους όχι μόνο ο Μεταξάς αλλά και ο Γεώργιος Β΄ διατηρούσαν πολύ καλές σχέσεις.

Όπως κατέθεσε πολλά χρόνια αργότερα ο Ιωάννης Κοκορέλης, ο οποίος διατηρούσε σχέσεις με την Ιντέλιντζενς Σέρβις, ούτε τα στελέχη της βρετανικής υπηρεσίας κατασκοπείας στην Ελλάδα γνώριζαν οτιδήποτε. Να υποθέσουμε ότι ο Ρούσβελτ δεν ενημέρωσε τον Τσόρτσιλ; Μάλλον απίθανο. Μήπως τότε έχουν κάποια βάση -όπως υποστήριζε ο Σπύρος Μαρκεζίνης- οι φήμες ότι ο Τσόρτσιλ σκοπίμως δεν ενημέρωσε την Αθήνα, επειδή ενδιαφερόταν να γίνει η εισβολή, να εισέλθει η Ελλάδα στον πόλεμο, οπότε θα μπορούσε ο αγγλικός στόλος και (ίσως) οι δυνάμεις ξηράς να εδραιώσουν ένα ισχυρό προγεφύρωμα στην Κρήτη, το οποίο θα προστάτευε την Αίγυπτο και το Σουέζ από ιταλική ή γερμανική επίθεση και αργότερα (ίσως) μπορούσε να γίνει βάση για βομβαρδιστικά που θα έπλητταν τις πετρελαιοπηγές της Ρουμανίας και τα γερμανικά πολεμικά εργοστάσια στην Κεντρική Ευρώπη;

Ο Τσόρτσιλ αναφέρει στα Απομνημονεύματά του την Κρήτη, αναγνωρίζει ότι ήταν λάθος του που δεν την «οχύρωσε ώστε να καταστεί απόρθητη», και πολλά περισσότερα γράφει για την απώλειά της, τον Μάιο του 1941, ο Νεοζηλανδός Στρατηγός Φρέιζερ.

Η πολεμική παραμυθολογία θέλει τον Μουσολίνι να εκστρατεύει εναντίον της Ελλάδας για… να δώσει ένα μάθημα στον Χίτλερ, και είναι ο Τσιάνο που το γράφει. Επειδή ο γερμανικός στρατός εισέβαλε στις 12 Οκτωβρίου στη Ρουμανία -με την οποία η Ιταλία διατηρούσε στενές φιλικές σχέσεις και ο Μουσολίνι τη θεωρούσε χώρα της προσωπικής επιρροής του- χωρίς προηγουμένως ο Φύρερ να τον ενημερώσει, εκείνος τον άφησε να μάθει τα της επίθεσης στην Ελλάδα κατόπιν εορτής.

Αλλά η απόφαση για την επίθεση ελήφθη από το Μέγα Φασιστικό Συμβούλιο, στις 21 Αυγούστου, ενάμιση μήνα πριν από την «ενσωμάτωση» της Ρουμανίας στον ευρύτερο ζωτικό χώρο του Γ΄ Ράιχ. Είναι όμως αλήθεια ότι ο Μουσολίνι πληροφορήθηκε την κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας, την ακεραιότητα της οποίας ο ίδιος είχε εγγυηθεί στο Μόναχο, το 1938, πέντε ώρες μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στη χώρα. Πληροφορήθηκε την εισβολή στην Πολωνία, τον Σεπτέμβριο του 1939, όταν πλέον τα χιτλερικά στρατεύματα είχαν προχωρήσει μέσα στον διάδρομο του Ντάντσιχ και ήταν τρεις μετά τα μεσάνυχτα, τον Μάιο του 1940, όταν ο Γερμανός πρεσβευτής στη Ρώμη Χανς Γκέοργκ φον Μακένσεν τον ξύπνησε για να τον ενημερώσει ότι είχε αρχίσει η γερμανική επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο.

Το Βερολίνο, πάντως, ήταν ενήμερο για τα ιταλικά σχέδια. Τα γερμανικά αρχεία, τα οποία άνοιξαν πριν από περίπου δέκα χρόνια, αποκαλύπτουν ότι η χιτλερική καγκελαρία γνώριζε από τις αρχές του καλοκαιριού του 1940, ότι ο Ντούτσε επρόκειτο να επιτεθεί στην Ελλάδα και ότι γερμανοί πράκτορες στην Αλβανία τηρούσαν συνεχώς ενήμερο τον αρχηγό της Αμπβερ Βίλχελμ Φραντς Κανάρις για τις μετακινήσεις και τις προετοιμασίες των ιταλικών δυνάμεων.

Την ιδέα για επίθεση κατά της Ελλάδας την είχε ο Τσιάνο, ο οποίος ήθελε να προεκτείνει το αλβανικό «ντουκάτο» προς Νότο. Ο πεθερός του, που «ωρέγετο να αναστήσει πάλι το Πόρτο Λεόνε» (τον Πειραιά), έδωσε τη συγκατάθεσή του και τις διαταγές για τον σχεδιασμό και την οργάνωση της εκστρατείας.

O Μουσολίνι γνώριζε πολύ καλά ότι η Ιταλία δεν ήταν σε θέση να λάβει μέρος στον πόλεμο που είχε αρχίσει ο σύμμαχός του Αδόλφος Χίτλερ. Υπολόγιζε, όμως, ότι θα μπορούσε να καταλάβει μια χώρα σαν την Ελλάδα, προωθώντας το όνειρό του για τη Μare Νostrum και εξασφαλίζοντας πιστοποιητικό συμμετοχής στον πόλεμο ώστε να καρπωθεί εδαφικά και άλλα οφέλη μετά τη νίκη της γερμανοϊταλικής συμμαχίας, που τη θεωρούσε εξασφαλισμένη.

Όταν άρχισε η εισβολή στην Ελλάδα, ο Τσιάνο συγκέντρωσε στο γραφείο του τον υφυπουργό Εξωτερικών Μπαστιανίνι και στελέχη του υπουργείου του και τους δήλωσε ότι «αυτός ο πόλεμος είναι δικός μου πόλεμος». Είχε, πράγματι, εργαστεί για αυτό. Στην Αλβανία, την οποία είχε μετατρέψει σε ιδιωτικό Grand Ducato, όλοι οι τοπικοί διοικητές έδιναν όρκο σε εκείνον και όχι στο φασιστικό καθεστώς. Σκόρπιζε άφθονο χρήμα -υπολογίζεται σε 200.000 προπολεμικές αγγλικές λίρες- για να συγκεντρώνει πληροφορίες για την Ελλάδα όπου, όπως βεβαίωσε αργότερα ο Τζιουζέπε Μπότα, ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του φασισμού, καυχιόταν ότι «είχε φέρει με το μέρος του κυβερνητικά πρόσωπα και στελέχη του στρατού» . Ο ίδιος φρόντιζε να παραπλανήσει την Αθήνα, αλλά και τους Άγγλους, με τους οποίους διατηρούσε ανέκαθεν «λεπτές σχέσεις».

ΠΗΓΗ: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, ΤΟ ΒΗΜΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ