Λεγεώνα των Ξένων: Οι “Θερμοπύλες” της στο Μεξικό

To 1863 η περίφημη Λεγεώνα των Ξένων μαχόταν στο Μεξικό. Εκεί έγραψε μια από τις μεγαλύτερες σελίδες δόξας στην ιστορία της.

 

 

Στις 30 Απριλίου 1863 ο 3ος Λόχος του 1ου Τάγματος της Λεγεώνας των Ξένων διατάχθηκε να συνοδεύσει μια φάλαγγα με εφόδια και χρήματα που ερχόταν από τη Βέρα Κρουζ, με προορισμό την Πουέμπλα.

Ο 3ος Λόχος είχε υποφέρει από τις ασθένειες και μόνο 62 άνδρες του ήταν ικανοί για υπηρεσία εκείνο το πρωινό. Ανάμεσα τους δεν υπήρχε κανένας αξιωματικός.

Έτσι ο διοικητής της Λεγεώνας όρισε τον υπασπιστή του, λοχαγό Ντανζού, επικεφαλής και του διέθεσε επίσης τους ανθυπολοχαγούς Βιλαίν και Μοντέ.

Αμφότεροι προέρχονταν από άλλες υπομονάδες του τάγματος.

 




 

Ο Ντανζού ήτα ένας από τους ήρωες της Λεγεώνας με λαμπρή δράση στην Αλγερία, όπου είχε χάσει το αριστερό του χέρι, και στην Κριμαία.

Αν και μπορούσε να συνταξιοδοτηθεί παρέμεινε στην ενεργό υπηρεσία, με ένα ξύλινο αριστερό χέρι, ως υπασπιστής του συνταγματάρχη διοικητή της Λεγεώνας.

Έχοντας ξεκινήσει πριν ξημερώσει ο 3ος Λόχος κατόρθωσε στις 07.00 της 30ης Απριλίου να βρίσκεται κοντά στο χωριό Καμερόνε, έχοντας διανύσει 22 χλμ. από τη βάση του.




 

Το μικρό και άγνωστο έως τότε μεξικανικό χωριό βρισκόταν στην πεδιάδα του Πάλο Βέρντε. Κοντά στο χωριό ο Ντανζού διέταξε τους άνδρες του να σταματήσουν για ολογόλεπτη ανάπαυση. Ήδη άλλωστε βάδιζαν επί 5 ώρες. Οι άνδρες άκουσαν με ευχαρίστηση την διαταγή.

Απόθεσαν τα όπλα και τους γυλιούς τους και ετοιμάστηκαν να απολαύσουν έναν καφέ, έχοντας φυσικά τοποθετήσει περιμετρικά σκοπιές. Ξαφνικά ο δεκαεξάχρονος τυμπανιστής Καζίμιρος Λάι εντόπισε ένα σύννεφο σκόνης, όχι πολύ μακριά από τον πρόχειρο καταυλισμό τους.

Αμέσως ειδοποίησε τον Ντανζού και ο τελευταίος συνέγειρε τους άνδρες του. Μπροστά τους εμφανίστηκαν πολλοί Μεξικάνοι ιππείς. Ο Ντανζού διέταξε τον λόχο να σχηματίσει τετράγωνο. Με αυτό το σχηματισμό ο 3ος Λόχος απέκρουσε με ευκολία την επίθεση τουλάχιστον δεκαπλασίων Μεξικάνων.




 

Η θέση του όμως ήτα εντελώς εκτεθειμένη και για αυτό ο Ντανζού αποφάσισε να μετακινήσει το τετράγωνο του 100 μέτρα ανατολικότερα, ανάμεσα σε μια συστάδα κάκτων. Εκεί ο λόχος αντιμετώπισε επιτυχώς και τη δεύτερη μεξικανική έφοδο. Ήδη όμως ο λόχος είχε υποστεί σοβαρές απώλειες.

Περίπου 20 λεγεωνάριοι είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί, το 1/3 της αρχικής δύναμης του Ντανζού. Ο τελευταίος αντιλαμβανόμενος ότι αργά ή γρήγορα οι πολυπληθείς Μεξικάνοι θα τους σκότωναν όλους, αποφάσισε να μετακινήσει τον λόχο στα ερείπια μιας παρακείμενης αγροικίας, 200 μέτρα από το χωριό.

Η αγροικία ήταν ένα τετράγωνο σχεδόν οικοδόμημα, με μήκος πλευράς περί τα 50 μέτρα. Ο εξωτερικός τείχος είχε ύψος περί τα τρία μέτρα. Υπήρχαν τρία ανοίγματα στον τοίχο, εκεί που κάποτε υπήρχαν οι αντίστοιχες θύρες. Οι λεγεωνάριοι, υπό την καθοδήγηση του λοχαγού τους, ετοίμασαν όσο καλύτερα μπορούσαν την άμυνα τους.




 

Έφραξαν τα ανοίγματα με ξύλα, πέτρες και ότι άλλο υλικό βρήκαν και περίμεναν ατάραχοι την επίθεση των αντιπάλων. Ο Ντανζού διέταξε τον Πολωνό λοχία Μορτίσκι να σκαρφαλώσει στην ταράτσα ενός ερειπωμένου κτηρίου, εντός του περιβόλου της αγροικίας, για να κατοπτεύσει τον εχθρό.

Ο λοχίας από το παρατηρητήριο του είδε εκατοντάδες Μεξικανούς, «εκατοντάδες σομπρέρος», όπως είπε. Παρόλα αυτά ο Ντανζού δεν απογοητεύτηκε. Το τμήμα του είχε χάσει στην πεδιάδα τους ημιόνους του με το νερό και τις τροφές τους, αλλά το γεγονός αυτό δεν τον έκανε να χάσει το κουράγιο του.

Άλλωστε αντιμετώπιζαν ιππείς, εξοπλισμένους με κοντόκαννα μουσκέτα, χωρίς ξιφολόγχες και με παντελή άγνοια σε «πολιορκητικές» επιχειρήσεις.




 

Οι Μεξικάνοι δεν επιτέθηκαν άμεσα. Ένας αξιωματικός τους πλησίασε το αυτοσχέδιο γαλλικό οχυρό, κρατώντας λευκή σημαία.

Ζήτησε από τον Ντανζού να παραδοθεί. Το τμήμα του ήταν εντελώς αποκομμένο, του είπε και εξαιρετικά μικρό. Ένας Ισπανός λεγεωνάριος μετέφρασε τα λεγόμενα του στον Ντανζού, ο οποίος ευγενικά αρνήθηκε την περί παραδόσεως πρόταση, παρά το γεγονός ότι ο Μεξικάνος αξιωματικός υποσχόταν να μην πειραχθεί κανείς λεγεωνάριος.

Ο Μεξικάνος έφυγε απογοητευμένος. Τότε ο Ντανζού συγκέντρωσε τους άνδρες του και τους μίλησε. Τους είπε ότι εφόσον δεν υπάρχει εχθρικό πεζικό και πυροβολικό κοντά δεν είχαν να φοβηθούν τίποτα από τους αντιπάλους ιππείς, ασχέτως αν οι τελευταίοι υπερείχαν αριθμητικά εναντίον τους σε αναλογία 27:1!




 

Κατόπιν τους ζήτησε να ορκιστούν ότι θα αμυνθούν μέχρις εσχάτων. Ύστερα από τη συγκινητική τελετή των μελλοθανάτων, έλαβαν όλοι τις καθορισμένες τους θέσεις και περίμεναν τον εχθρό.

Οι Μεξικάνοι ιππείς δεν άργησαν να φανούν. Στην αρχή επιχείρησαν έφιπποι να περάσουν μέσα από τα προχειροφραγμένα ανοίγματα του τοίχου. Βρήκαν ενώπιον τους όμως τους λιγοστούς, μα αποφασισμένους λεγεωνάριους του Ντανζού.

Τα τυφέκια και οι ξιφολόγχες των λεγεωνάριων έκαναν θραύση και σύντομα οι Μεξικάνοι τράπηκαν σε φυγή, μόνο και μόνο για να επανέλθουν δριμύτεροι και να ξαναποκρουστούν.




 

Το παιχνίδι των συνεχών επιθέσεων συνεχίστηκε για πέντε περίπου ώρες. Σε όλο αυτό το διάστημα οι λεγεωνάριοι άντεχαν, παρά τη δίψα που τους βασάνιζε, τις αδιάκοπες εφόδους του εχθρού. Έως τότε οι 45 λεγεωνάριοι είχαν αποκρούσει 1.200 Μεξικάνους.

Λίγο μετά το μεσημέρι όμως η κατάσταση μεταβλήθηκε. Η μεταβολή οφειλόταν σε δύο γεγονότα. Το πρώτο ήταν ο θάνατος του Ντανζού.

Ο ηρωικός Γάλλος λοχαγός, πολεμούσε στο πλευρό των ανδρών. Κάποια στιγμή οι Μεξικάνοι κατόρθωσαν να παραβιάσουν τα ανοίγματα και να εισέλθουν στην αγροικία.

 




 

Οι λεγεωνάριοι τότε πήραν θέσεις στα ερειπωμένα οικήματα εντός της αγροικίας και άρχισαν να θερίζουν τους εχθρούς με καλοσκοπευμένες ομοβροντίες.

Κατόρθωσαν μάλιστα να τους εκτοπίσουν από την αυλή. Τότε όμως ο Ντανζού κτυπήθηκε κατάστηθα, καθώς οδηγούσε τους άνδρες του στις πρώτες τους θέσεις στα ανοίγματα του τοίχου.

Πέθανε ακαριαία. Την ίδια ώρα ακούστηκαν από μακριά ήχοι σάλπιγγας. Προς στιγμή οι αμυνόμενοι αναθάρρησαν, πιστεύοντας ότι έφθασαν ενισχύσεις. Και πραγματικά ενισχύσεις είχαν φθάσει, αλλά ήταν μεξικανικές.




 

Επρόκειτο για τρία μεξικανικά τάγματα πεζικού, τα οποία είχαν έρθει να βοηθήσουν στην εκπόρθηση του γαλλικού «οχυρού». Στο μεταξύ η κατάσταση των πολιορκημένων λεγεωνάριων είχε καταστεί τραγική.

Η κούραση, η δίψα και τα τραύματα, είχαν μετατρέψει τους επιζώντες σε ανθρώπινα φαντάσματα, που ωστόσο εξακολουθούσαν να πολεμούν.

Επίσης οι Μεξικάνοι είχαν κατορθώσει να πυρπολήσουν ένα οίκημα της αγροικίας και η φλόγα και ο καπνός επέτειναν το μαρτύριο των λιγοστών ηρώων.




 

Στο ίδιο διάστημα οι Μεξικάνοι συνέχισαν τις επιθέσεις, αποκρουόμενοι πάντα από μια χούφτα λεγεωνάριων. Αναγκάστηκαν να ξαναστείλουν αγγελιαφόρο ζητώντας την παράδοση των λεγεωνάριων.

Εισέπραξαν και πάλι αρνητική απάντηση. Οι λεγεωνάριοι θα πολεμούσαν και θα πέθαιναν πιστοί στον όρκο που έδωσαν στον λοχαγό τους! Γύρω στις 16.00 μόλις 12 άνδρες είχαν απομείνει όρθιοι, με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Μοντέ.

Οι λεγεωνάριοι οπισθοχώρησαν εμπρός από την αποθήκη της αγροικίας και περίμεναν τους χιλιάδες αντιπάλους τους οι οποίοι διστακτικά εισήλθαν και πάλι στην αυλή. Έγινα δεκτοί από τα πυρά των επιζώντων και τράπηκαν σε φυγή.




 

Άλλοι έξι όμως λεγεωνάριοι σκοτώθηκαν ή τραυματίσθηκαν. Ο Μοντέ με τους τέσσερις άνδρες του δεν δίστασε και διέταξε επίθεση με τη λόχγη!

Με το ξίφος στο χέρι όρμησε πρώτος ακολουθούμενος από τους άνδρες του. Μια ομοβροντία έσκισε τον αέρα και ο Μοντέ, μαζί με τον Βέλγο λεγεωνάριο Κωνσταντέν και τον Πολωνό Κατάου έπεσαν, θανάσιμα πληγωμένοι.

«Κρατήσαμε τον εχθρό σε απόσταση, αλλά δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε άλλο, εφόσον δεν είχαμε πλέον πυρομαχικά. Σε λίγο απέμενε μόνο μια βολή στον καθένα. Η ώρα ήταν 18.00 και πολεμούσαμε από το πρωί.




 

“Έτοιμοι πυρ, διέταξε ο ανθυπολοχαγός. Βάλλαμε την τελευταία μας βολή και ορμήσαμε μπροστά με τις ξιφολόγχες. Μας απάντησαν με μια ομοβροντία. Ο Κατάου μπήκε μπροστά από τον ανθυπολοχαγό και δέχθηκε αυτός 19 σφαίρες. Παρά την εκδήλωση αυτή της απολύτου αφοσιώσεως, ο ανθυπολοχαγός δέχθηκε και αυτός δύο σφαίρες.

“Ο Βέντσελ πληγώθηκε επίσης στον ώμο και έπεσε, αλλά αμέσως ξανασηκώθηκε. ρείς από εμάς στεκόμασταν ακόμα στα πόδια μας, ο Βένστελ, ο Κωνσταντέν και εγώ. Ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε πάνω από το σώμα του ανθυπολοχαγού και να επιτεθούμε ξανά. Αλλά οι Μεξικάνοι μας περικύκλωσαν προτάσσοντας τις ξιφολόγχες τους στο στήθος μας. Πιστέψαμε ότι αναπνέαμε για τελευταία φορά, όταν ένας ανώτερος αξιωματικός τους διέταξε να σταματήσουν και με το ξίφος του ανασήκωσε τις ξιφολόγχες τους.

“Παραδοθείτε μας είπε. Θα παραδοθούμε» του απάντησα «εάν μας επιτρέψετε να κρατήσουμε τα όπλα μας και περιθάλψετε τον ανθυπολοχαγό μας που είναι πληγωμένος. Συμφώνησε. Πρόσφερε το ένα του χέρι σε εμένα και το άλλο στον πληγωμένο Βέντσελ και έφερε ένα φορείο για τον ανθυπολοχαγό.




 

“Φτάσαμε πίσω από ένα μικρό ύψωμα όπου βρισκόταν ο συνταγματάρχης Μίλαν. Αυτοί μόνο απέμειναν, ρώτησε μόλις μας είδε. Και κατόπιν είπε: “Αυτοί δεν είναι άνθρωποι, αυτοί είναι δαίμονες”.

Έτσι περιγράφει ο δεκανέας Μαίν τις τελευταίες στιγμές της μάχης του Καμερόνε, των Θερμοπυλών του Γαλλικού Στρατού. Οι Μεξικάνοι τήρησαν τον λόγο τους και περιέθαλψαν όλους τους αντιπάλους τραυματίες. Τόσο ο ανθυπολοχαγός Μοντέ, όσο και οκτώ ακόμα λεγεωνάριοι δεν τα κατάφεραν και υπέκυψαν στα τραύματά τους.

Άλλοι 19 αποθεραπεύτηκαν, αλλά πέθαναν στην αιχμαλωσία και τελικά μόλις 12 γλίτωσαν από τον 3ο Λόχο, ανάμεσα τους ήταν και ο δεκαεξάχρονος τυμπανιστής Λάι, ο οποίος κατόρθωσε να επιστρέψει τραυματισμένος πίσω και να διηγηθεί τα της μάχης. Κατορθώθηκε επίσης να διασωθεί το ξύλινο αριστερό χέρι του λοχαγού Ντανζού, το οποίο αποτελεί σήμερα πολύτιμο κειμήλιο της Λεγεώνας και φυλάσσετε με πραγματική ευλάβεια.




 

Στις 2 Μαΐου ένα απόσπασμα της Λεγεώνας έφτασε στο Καμερόνε και βρήκε τα πτώματα των νεκρών λεγεωνάριων κατασπαραγμένα από τα αγρίμια σε βαθμό που «κανείς δεν μπορούσε να αναγνωρίσει τους άτυχους αυτούς, οι οποίοι μετά από τέτοια γενναιότητα αφέθηκαν επί δύο μέρες βορά των αγριμιών».




 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ