Η στρατηγική απόδοση των οχυρωμένων γραμμών στον Β΄ Π.Π.

ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ ΕΡΓΑ

Στην περίοδο του Μεσοπολέμου πολλές χώρες επένδυσαν σημαντικούς πόρους στην κατασκευή οχυρωμένων γραμμών. Ποια ήταν η απόδοση τους στην περίοδο του πολέμου;

Η περίπτωση της Γαλλίας

Οι απώλειες που υπέστησαν οι Γάλλοι στον Α΄ Π.Π. επηρέασαν κρίσιμα τα γαλλικά αποθέματα δημογραφικής και ψυχολογικής δύναμης. Σαν αποτέλεσμα εγκατέλειψαν την επιθετική τους φιλοσοφία και υιοθέτησαν μία αμυντικά προσανατολισμένη φιλοσοφία. Το πιο χειροπιαστό αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής οπτικής ήταν η Γραμμή Μαζινό, το διάσημο σύμβολο της αποτυχίας όσων στήριξαν τις ελπίδες τους στις οχυρωμένες γραμμές στον Β΄ Π.Π.
Η επιτελική εργασία για αυτό που αργότερα έγινε η Γραμμή Μαζινό άρχισε το 1919, λίγο μετά τη λήξη του Α΄ Π.Π. Τα σχέδια έφτασαν σε προχωρημένο στάδιο το 1926, αλλά η χρηματοδότηση έγινε διαθέσιμη μόλις το 1928. Το 1930 όμως τόσο η κατασκευή όσο και η προπαγάνδα που τη συνόδευε βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη.
Η Γραμμή Μαζινό κάλυπτε μόνο συγκεκριμένα τμήματα των γαλλικών συνόρων και απαρτίζονταν από ισχυρά σημεία που συνίσταντο σε βυθισμένα οχυρά με αλληλοϋποστηριζόμενα πυρά. Επιπλέον των υπόγειων οχυρών ο σχεδιασμός της περιλάμβανε ναρκοπέδια, κωλύματα και εκκαθαρισμένα πεδία βολής. Ήταν μια προωθημένη αμυντική γραμμή σχεδιασμένη να υπερασπιστεί το ακρότατο όριο της Γαλλίας και τους εκεί ευρισκόμενους βιομηχανικούς πόρους από μία μετωπική γερμανική επίθεση.

Το ίχνος της Γραμμής Μαζινό
Το ίχνος της Γραμμής Μαζινό

Η Γραμμή Μαζινό επηρεάστηκε από τα προβλήματα που κατατρύχουν τη σχεδίαση και κατασκευή μιας αμυντικής γραμμής που φτιάχνεται στον καιρό της ειρήνης για να χρησιμοποιηθεί σε κάποια απροσδιόριστη στιγμή στο μέλλον. Τα προβλήματα αυτά είναι η παραμέληση και η κακή συντήρηση. Η Γραμμή Μαζινό άρχισε να κατασκευάζεται το 1928 σύμφωνα με σχέδια που είχαν καταστρωθεί από το 1919 και δοκιμάστηκε στην πράξη το 1940, σε μια εποχή όπου σειρά τεχνολογικών αλλαγών είχαν μεταβάλει την αξία της. Στην περίοδο από το 1935 μέχρι το 1939 όταν οι επιθετικές ενέργειες της Γερμανίας πολλαπλασιάστηκαν μια σειρά από ασκήσεις συναγερμού αποκάλυψαν προβλήματα στην αρχική κατασκευή. Κάποια από αυτά που αφορούσαν τη θέρμανση, τον φωτισμό, κ.ά. αποκαταστάθηκαν μέχρι την έναρξη του Β΄ Π.Π. Άλλα προβλήματα όμως παρέμειναν μέχρι τη γαλλική παράδοση.
Πιο σημαντικά, τα ελάχιστα χρησιμοποιημένα ή δοκιμασμένα επιθετικά μέσα εντός των οχυρών, δηλαδή τα πυροβόλα, παρουσίασαν μεγάλα προβλήματα όταν η ώρα της χρήσης τους ήρθε. Κατά την έναρξη του «Ψευτοπόλεμου» τον Σεπτέμβριο του 1939 στη θέση Hochwald-Est, της Γραμμής Μαζινό, μόνο ένα πυροβόλο 75 χλστ. μπορούσε να βάλλει μέσα στο γερμανικό έδαφος. Το πυροβόλο αυτό μετά από μερικές βολές έπαθε εμπλοκή και αχρηστεύθηκε. Η έρευνα αποκάλυψε ότι τα παλιά αποθηκευμένα πυρομαχικά ήταν ελαττωματικά. Παρόμοια κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1939/40 τα 2/3 των βλημάτων που βλήθηκαν από τα πυροβόλα των 135 χλστ. είχαν ελαττωματικούς πυροκροτητές. Ως αποτέλεσμα όταν χτύπαγαν στο παγωμένο έδαφος δεν εκρήγνυνται αλλά κυλούσαν για εκατοντάδες μέτρα μέχρι κάπου να σταματήσουν.
Παρά αυτά τα προβλήματα τα οχυρά της Γραμμής Μαζινό απέδωσαν πολύ καλά στο τακτικό επίπεδο το 1940. Είχαν φτιαχτεί με την πρόβλεψη να αντέξουν μία γερμανική επίθεση για τρεις εβδομάδες ώστε να δοθεί χρόνος για τη γαλλική κινητοποίηση. Όταν οι υπόλοιπες γαλλικές δυνάμεις είχαν καταρρεύσει και η παράδοση ήταν υπό διαπραγμάτευση περισσότερες από επτά εβδομάδες είχαν περάσει και κανένα από τα κύρια οχυρά της Γραμμής Μαζινό δεν βρίσκονταν στα χέρια των Γερμανών. Οι υπερασπιστές των οχυρών παραδόθηκαν μόνο όταν έλαβαν τις πιο έντονες διαταγές από την καινούρια κυβέρνηση και στρατιωτική ηγεσία, καθώς οι θέσεις που κατείχαν ήταν στην ουσία ανέγγιχτες και οι ίδιοι διαπνέονταν από υψηλό ηθικό. Η επιβίωση τους οφείλονταν κατά ένα μέρος στην εγγενή ισχύ των θέσεων τους και κατά το άλλο μέρος στη φύση της γερμανικής επίθεσης που επιζητούσε να καταστήσει το μεγάλο αυτό έργο άσχετο με την εξέλιξη του πολέμου.

Η περίπτωση της Γερμανίας

Την άλλη πλευρά των Γαλλο-γερμανικών συνόρων καταλάμβανε η δύναμη που κυριάρχησε στρατιωτικά στην Ευρώπη από τα μέσα του 19ου έως τα μέσα του 20ου αιώνα. Ως κυρίαρχη δύναμη η Γερμανία είχε μικρότερη ανάγκη από οχυρωμένες γραμμές από ότι η Γαλλία και έδωσε μικρότερη προσοχή σε αυτές. Παρά τούτο όμως οι Γερμανοί αποδείχτηκαν εξαιρετικά ικανοί στο να φτιάχνουν αποτελεσματικά έργα εκστρατείας, ακριβώς όπως αρίστευσαν και σε άλλες πλευρές του σύγχρονου πολέμου.

Στον Β΄ Π.Π. οι Γερμανοί κατασκεύασαν μόνο μία αμυντική οχυρωμένη γραμμή από τον καιρό της ειρήνης. Αυτή ήταν η Γραμμή Ζήγκφριντ γνωστή και ως Δυτικό Τείχος, που κατασκευάστηκε κατά μήκος των γερμανικών συνόρων με τη Γαλλία στο τέλος της δεκαετίας του ΄30. Οι εργασίες ξεκίνησαν επίσημα το 1936 αλλά η προσπάθεια έγινε σοβαρή από το 1938 όταν άρχισε να απορροφά το 1/3 της συνολικής γερμανικής παραγωγής τσιμέντου.

H Γραμμή Ζήγκφριντ γνωστή και ως Δυτικό Τείχος
H Γραμμή Ζήγκφριντ, γνωστή και ως Δυτικό Τείχος

Το Δυτικό Τείχος ήταν παράλληλο με τη Γραμμή Μαζινό, αλλά αποτελούνταν από 3.000 οχυρά που απείχαν 16 χλμ. το ένα από το άλλο, ενώ η Γραμμή Μαζινό αποτελούνταν από λιγότερα αλλά ισχυρότερα συγκροτήματα «υπερ-φρουρίων». Το Δυτικό Τείχος δεν αποσκοπούσε στο να φράξει μία εχθρική εισβολή αλλά στο να κερδίσει χρόνο προς όφελος των κινητών γερμανικών εφεδρειών που θα αντεπιτίθεντο. Εν μέρει εξαιτίας αυτού πολλοί Γερμανοί στρατηγοί ήταν πεπεισμένοι ότι οι Γάλλοι θα μπορούσαν εύκολα να είχαν διαπεράσει το Δυτικό Τείχος τον Σεπτέμβριο του 1939 όταν οι γερμανικές δυνάμεις ήταν εμπεπλεγμένες στην Πολωνία.

Η ισχύς του Δυτικού Τείχους υπήρχε μόνο στο μυαλό των Γάλλων. Ήταν μία από τις πολλές παραπλανήσεις που με επιτυχία πραγματοποίησε ο Χίτλερ προς τους αντιπάλους του, τόσο τους εξωτερικούς όσο και τους εσωτερικούς. Πέτυχε την αποστολή του να προστατεύσει τη Γερμανία από επίθεση όχι μόνο τον Σεπτέμβριο του 1939 αλλά και την προηγούμενη περίοδο των εντάσεων πριν την έναρξη του Β΄ Π.Π. Αυτό βεβαίως το κατάφερνε όσο καιρό δεν δοκιμάζονταν στη μάχη. Και αυτό οφείλονταν τουλάχιστον κατά ένα μέρος στην παθητικότητα των Γάλλων.

Tο ίχνος της Γραμμής Ζήγκφριντ.
Tο ίχνος της Γραμμής Ζήγκφριντ.

Αργότερα, το 1944, το Δυτικό Τείχος δοκιμάστηκε πραγματικά και διαπεράστηκε από τις στρατιές των Συμμάχων που συνέχισαν μέσα στη Γερμανία.

Παρά το ότι παρείχε σημαντική βοήθεια στους εξασθενημένους αμυνόμενους αποτελεί ακόμη ένα παράδειγμα του ότι τα αμυντικά έργα συχνά παραμελούνται και αφήνονται ασυντήρητα και απαξιώνονται μόλις μερικά χρόνια από την κατασκευή τους.

Όπως οι Βρετανοί στρατιώτες που οπισθοχωρούσαν κατά μήκος της Μαλαϊκής χερσονήσου το 1942 έτσι και οι Γερμανοί στρατιώτες υποχωρώντας έφτασαν στο Δυτικό Τείχος όπου απογοητευμένοι ανακάλυψαν ότι η κατάσταση του αμυντικού αυτού συστήματος δεν είχε καμία σχέση με τις προσδοκίες τους.

Διαπίστωσαν ότι τα τηλεφωνικά και ηλεκτρικά δίκτυα υπολειτουργούσαν και ότι τα έργα δεν μπορούσαν να φιλοξενήσουν τα μεγαλύτερα όπλα τα οποία είχαν αντικαταστήσει τα όπλα της δεκαετίας του ΄30 για τα οποία το Τείχος είχε φτιαχτεί.

Η περίπτωση του Βελγίου και της Ολλανδίας

Το πεδινό και επίπεδο έδαφος της βορειοδυτικής Ευρώπης έχει καταστήσει χώρες όπως το Βέλγιο και την Ολλανδία ευπρόσβλητες σε εισβολές. Όπως και η γειτονική Γαλλία έτσι και αυτές οι δύο χώρες ωθήθηκαν διαχρονικά, λόγω της γεωγραφίας τους, να ασχοληθούν με το ζήτημα της οχύρωσης και των αμυντικών έργων.
Η συνοριακή άμυνα του Βελγίου αποτελούνταν κυρίως από ανεξάρτητα οχυρά τα οποία, όπως και σε άλλες χώρες, αποσκοπούσαν να καθυστερήσουν τον επιτιθέμενο μέχρι να καταφθάσουν ενισχύσεις. Στην περίπτωση του Βελγίου οι ενισχύσεις κατά πρώτο λόγο θα προέρχονταν από τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια από τους τοπικούς εφέδρους. Η πιο εντυπωσιακή αποτυχία του βελγικού συστήματος οχυρώσεων στον Β΄ Π.Π. και η πιο εντυπωσιακή επίδειξη κυριαρχίας των επιτιθέμενων δυνάμεων έλαβε χώρα τον Μάιο του 1940 με την αυθημερόν κατάληψη του Εμπέν – Εμαέλ, πιθανόν του ισχυρότερου οχυρού στον κόσμο την εποχή του.

Σχεδιάγραμμα του οχυρού Εμπέν - Εμαέλ.
Σχεδιάγραμμα του οχυρού Εμπέν – Εμαέλ.

Έχοντας εκτιμήσει με μεθοδικότητα τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του Εμπέν – Εμαέλ και έχοντας πειστεί για την ανάγκη να εξουδετερωθεί γρήγορα οι Γερμανοί αποφάσισαν να επιτεθούν με τα πλέον μοντέρνα και ευκίνητα μέσα που διέθεταν τότε, την αεροπορία και τους αλεξιπτωτιστές. Όταν η επίθεση εκτελέστηκε οι 1.200 υπερασπιστές του Εμπέν – Εμαέλ αιφνιδιάστηκαν από την ταχύτητα της και παραδόθηκαν αν και δεν είχαν υποστεί ούτε μία απώλεια.

Οι διαδοχικές γραμμές άμυνας στην Ολλανδία
Οι διαδοχικές γραμμές άμυνας στην Ολλανδία

Οι ιδιαίτερες συνθήκες της Ολλανδίας, με το εκτενές δίκτυο καναλιών και μεγάλο μέρος της επιφάνειας της κάτω από το επίπεδο της θάλασσας, προσδιόριζαν και τη φύση των αμυντικών της σχεδίων. Ο πυρήνας αυτών των σχεδίων περιλάμβανε την καταστροφή των γεφυρών και την απελευθέρωση των υδάτων που κατακρατούνταν σε φράγματα ώστε να επιβραδυνθεί η πρόοδος του επιτιθέμενου. Η τελική αμυντική τοποθεσία των Ολλανδών (γνωστή και ως Vesting Holland) περιλάμβανε την επαρχία της Ολλανδίας και τις γειτονικές επαρχίες, αυτές που είναι πλησιέστερα προς τη Βόρεια Θάλασσα και τη λίμνη Ζούιντερ και έχουν το χαμηλότερο υψόμετρο. Αυτό το «οχυρό Ολλανδία» μπορούσε εύκολα να προστατευτεί από μία εκτενή πλημμυρισμένη ζώνη.

Οι γερμανικοί άξονες εισβολής στην Ολλανδία.
Οι γερμανικοί άξονες εισβολής στην Ολλανδία.

Απέναντι στους Ολλανδούς, όπως και στους Βέλγους, οι Γερμανοί στηρίχτηκαν στην αεροπορία, στους αλεξιπτωτιστές και σε ενέργειες ειδικών δυνάμεων για να εξουδετερώσουν τα υδάτινα τους κωλύματα. Καταλαμβάνοντας σημαντικές γέφυρες και άλλες θέσεις με αεραποβάσεις, διαβάσεις μικρών τμημάτων με λαστιχένιες βάρκες και ταχύτατες προωθήσεις μηχανοκινήτων οι Γερμανοί είτε παρέκαμψαν υδάτινα κωλύματα είτε κατέλαβαν θέσεις πριν οι Ολλανδοί προλάβουν να ενεργήσουν τις προσχεδιασμένες καταστροφές τους. Για άλλη μία φορά ένα στατικό αμυντικό σύστημα που είχε σχεδιαστεί σε παλιότερες εποχές για παλιότερες συνθήκες καταβλήθηκε γρήγορα από μία καλά εκτελεσμένη επίθεση που διενεργήθηκε από μοντέρνες δυνάμεις.

Η περίπτωση της Φινλανδίας

Η Γραμμή Μάννερχαϊμ, που κατασκευάστηκε από τη Φινλανδία για να την προστατέψει από μία επίθεση από τη Σοβιετική Ένωση, βρίσκεται σε αντίθεση με τις προηγούμενες περιπτώσεις που εξετάστηκαν γιατί ενώ η επένδυση που έγινε σε αυτή ήταν μικρή υπήρξε στρατηγικά επιτυχής, και αυτό φάνηκε από την απόδοση της κατά τη διάρκεια του «Χειμερινού Πολέμου» το 1939-1940.

Το ίχνος της Γραμμής Mannerheim και η Σοβιετική επίθεση το 1939

Η Φινλανδία ήταν μεταξύ των τμημάτων που έχασε η Ρωσία μετά το τέλος του Α΄ Π.Π.  Στις αρχές της δεκαετίας του ΄20 οι Μπολσεβίκοι προσπάθησαν να ανακτήσουν τμήματα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στην Ευρώπη και στην Ασία και σε ορισμένες περιπτώσεις τα κατάφεραν. Η Φινλανδία προσπάθησε να αποτρέψει την απορρόφηση της στη Σοβιετική Αυτοκρατορία δημιουργώντας μικρές αλλά αποτελεσματικές ένοπλες δυνάμεις και κατασκευάζοντας αμυντικά κωλύματα σε σημαντικές διαβάσεις στο δύσκολο έδαφος της απαρτιζόμενο από λίμνες, δάση, τούντρες και έλη. Οι ρωσικές απαιτήσεις, απειλές και τελεσίγραφα στα τέλη της δεκαετίας του ΄30 ώθησαν τους Φινλανδούς να αναβαθμίσουν τις άμυνες τους πριν τη ρωσική επίθεση το 1939.
Η ρωσική εισβολή κατά γενική ομολογία υπήρξε κακώς προετοιμασμένη και κακώς εκτελεσμένη. Αν και η Φινλανδία με τη Σοβιετική Ένωση είχαν κοινά σύνορα περίπου 1.600 χλμ. και οι Σοβιετικοί κατανάλωσαν πολλούς πόρους επιτιθέμενοι σε αδιάβατους τομείς αυτών των μακρών συνόρων, υπήρχε μία περιοχή που ήταν η μόνη εφικτή οδός για μία χερσαία επίθεση στη Φινλανδία. Η περιοχή αυτή ήταν ο σχετικά στενός ισθμός μεταξύ της λίμνης Λαντόγκα και του κόλπου της Φινλανδίας που συνέδεε το Ελσίνκι με το Λένινγκραντ, τα οποία απείχαν 240 χλμ. μεταξύ τους. Εκεί οι Σοβιετικοί εφάρμοσαν την κύρια προσπάθεια τους.

Φινλανδοί στρατιώτες στη Γραμμή Mannerheim
Φινλανδοί στρατιώτες στη Γραμμή Mannerheim

Η Γραμμή Μάννερχαϊμ ήταν μία σχετικά μικρής κλίμακας προσπάθεια που απαρτίζονταν από απλά τακτικής φύσεως κωλύματα σχεδιασμένα για να επιβραδύνουν μία Σοβιετική επίθεση, να προστατεύσουν τους Φινλανδούς υπερασπιστές και να προκαλέσουν απώλειες στους Σοβιετικούς. Επειδή η Σοβιετική Ένωση κατείχε ασύγκριτα περισσότερους πόρους και μια πληθυσμιακή αναλογία 50:1 οι Φινλανδοί δεν πίστεψαν ποτέ πως οποιαδήποτε αμυντική γραμμή θα μπορούσε είτε να αποτρέψει τους Σοβιετικούς από το επιτεθούν είτε να τους σταματήσει εάν το έκαναν. Στήριξαν τις ελπίδες τους για αποτροπή ή επιβίωση περισσότερο στο συνολικό ισοζύγιο ισχύος ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και άλλες χώρες και λιγότερο στις δικές τους δυνατότητες.
Γι΄ αυτό και αποτελεί ειρωνεία το γεγονός ότι αυτό το αμυντικό σύστημα που κατασκευάστηκε για τακτικούς λόγους και χρησιμοποιήθηκε ως τακτικό μέσο πέτυχε τη μεγαλύτερη στρατηγική επιτυχία από όλα τα συστήματα που εξετάστηκαν μέχρι τώρα. Οι χιλιάδες απώλειες και οι μήνες καθυστέρησης που προκλήθηκαν στους Σοβιετικούς συνδυαζόμενα με άλλες διεθνείς εξελίξεις είχαν τόσο μεγάλη επίδραση ώστε οι Σοβιετικοί περιόρισαν τους πολεμικούς τους σκοπούς επιτρέποντας στη Φινλανδία να επιβιώσει με το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της άθικτο. Η δραστήρια άμυνα των Φινλανδών επί μίας σχετικά ανεπαρκούς αμυντικής γραμμής, ισχυροποιημένης όμως από τη φύση του εδάφους, πέτυχε πολύ καλύτερα αποτελέσματα από άλλα αμυντικά συστήματα που ενώ είχαν στοιχίσει πολύ περισσότερα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν με λιγότερο αποτελεσματικό τρόπο.

Συμπεράσματα

1ον Οι οχυρωμένες γραμμές που κατασκευάζονται στην περίοδο της ειρήνης αποτρέπουν επιθέσεις αλλά δεν τις κατανικούν. Η ιστορία μας έδειξε μία ποικιλία τρόπων με τους οποίους ένα υποτιθέμενο «απάτητο» οχυρό ή ένα απροσπέλαστο κώλυμα τελικά υπερνικήθηκε στον πόλεμο.
α. Αποτροπή. Αναμφισβήτητα όλες οι οχυρώσεις που παρουσιάστηκαν εδώ προικοδότησαν τους κατόχους τους με κάποιο βαθμό αποτροπής και καθυστέρησαν εχθρικές επιθέσεις για μήνες, χρόνια ή δεκαετίες και επιπλέον ανάγκασαν τους επιτιθέμενους να επινοήσουν νέες στρατηγικές. Επίσης μπορούμε να υποθέσουμε ότι η παρουσία αυτών των οχυρώσεων θα πρέπει να είχε αποτρέψει επιθέσεις που δεν εκδηλώθηκαν επειδή η ύπαρξη τους καθιστούσε το κόστος για τον επιτιθέμενο πολύ υψηλό.
β. Πολεμική απόδοση. Πέρα από τις επιθέσεις και τους πολέμους που μπορεί να αποτράπηκαν η ίδια η ύπαρξη των οχυρώσεων ώθησε τους επιτιθέμενους να γίνουν περισσότερο δημιουργικοί. Ένα αμυντικό σύστημα που κατασκευάστηκε στην περίοδο της ειρήνης θα έπρεπε να αναμένεται ότι θα επιβράδυνε τον επιτιθέμενο και θα του προκαλούσε επιπλέον απώλειες, παρέχοντας έτσι τακτικό πλεονέκτημα στον αμυνόμενο.
Όμως, ήταν παρακινδυνευμένο για τον αμυνόμενο να περιμένει ότι αυτό θα καθόριζε και την έκβαση της σύγκρουσης. Όταν δέχθηκαν επίθεση όλες οι αμυντικές γραμμές που παρουσιάστηκαν παρείχαν τακτικά πλεονεκτήματα τα οποία οι αμυνόμενοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν, αλλά εκτός από τη Γραμμή Μάννερχαϊμ καμία άλλη δεν ήταν τόσο επιτυχής όσο οι αμυνόμενοι είχαν πιστέψει ή είχαν ελπίσει. Όλες γρήγορα υπερνικήθηκαν ή υπερκεράστηκαν προς μεγάλη βλάβη των χωρών που είχαν στηρίξει σε αυτές την ασφάλεια τους.
Αυτές οι πολεμικές αποτυχίες προκλήθηκαν από τον ίδιο τον κύκλο ζωής μιας στατικής αμυντικής γραμμής. Παραμένοντας στη θέση της για χρόνια δίνει τη δυνατότητα στον επιτιθέμενο να τη μελετήσει και να αναπτύξει τις κατάλληλες προσεγγίσεις για την εξουδετέρωση της. Έτσι όταν ο εισβολέας ενεργεί την επίθεση του, σε τόπο και χρόνο που ο ίδιος επιλέγει, έχει καταλήξει στον τρόπο με τον οποίο θα αντιπαρέλθει τα εμπόδια του εχθρικού αμυντικού συστήματος. Έτσι από την ίδια τη φύση της μία οχυρωμένη αμυντική γραμμή είναι λιγότερο πιθανό να είναι επιτυχής σε έναν πόλεμο και οι περισσότεροι εθνικοί ηγέτες, ανεπαρκώς ενημερωμένοι για τις δυνατότητας και τους περιορισμούς που αυτή έχει, αναπτύσσουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες. Έτσι, όταν μία οχυρωμένη αμυντική γραμμή δεχθεί επίθεση έχει κατά πάσα πιθανότητα ήδη αποτύχει στρατηγικά.
2ον Οι οχυρωμένες γραμμές γρήγορα φθείρονται και ξεπερνιούνται. Ένα μόνιμο σύστημα οχυρώσεων μπορεί να θεωρηθεί ως ένα κύριο οπλικό σύστημα στο οποίο γίνεται μία μεγάλη οικονομική επένδυση. Σε σχέση με άλλα κύρια οπλικά συστήματα όπως τα πλοία και τα αεροπλάνα η παρακμή και η υστέρηση του δεν γίνονται εύκολα ορατές. Μπορεί φυσικά κανείς να τρέφει ψευδαισθήσεις για τη δύναμη του στρατού, του ναυτικού ή της αεροπορίας του αλλά σε κάθε περίπτωση τα μέσα που χαρακτηρίζονται από τη δυνατότητα τους να κινούνται μπορούν πολύ πιο εύκολα να αξιολογηθούν από ότι μία οχυρωμένη αμυντική γραμμή.
α. Φθορά. Οι αμυντικές γραμμές πιθανόν να αποτελούνται από οχυρά τα οποία φιλοξενούν όργανα πυρός τα οποία δεν έβαλαν ποτέ ή σπάνια μέχρι την έναρξη των εχθροπραξιών, από ναρκοπέδια οι νάρκες τον οποίων θάφτηκαν χρόνια ή δεκαετίες πριν και είναι άγνωστο αν λειτουργούν και από άλλες στατικές συσκευές άγνωστης αποτελεσματικότητας που θα δοκιμαστούν για πρώτη φορά στη φωτιά της μάχης. Η φθορά, που επηρεάζει όλες τις ανθρώπινες κατασκευές συνήθως προχωρά αθέατη μέσα στα αμυντικά έργα. Οι λόγοι για αυτή τη φθορά δεν ήταν μόνο μία έλλειψη διάθεσης ή συνείδησης για συντήρηση αλλά και οι αλλαγές στον επιχειρησιακό σκοπό, οι οποίες αλλαγές έφερναν τα έργα σιγά – σιγά σε απόσταση από τον αρχικό σχεδιασμό.
β. Απαξίωση. Τα αποτελέσματα της κατανοητής και μάλλον αναπόφευκτης παραμέλησης –που οδηγεί τα συστήματα που δεν χρησιμοποιούνται σε απαξίωση- επαυξάνονται από αλλαγές σε εξωτερικές συνθήκες οι οποίες καθιστούν τα σχέδια που καταστρώθηκαν σε προηγούμενα έτη ή δεκαετίες άχρηστα. Η ευκινησία που προσέφεραν τα άρματα μάχης και τα αεροπλάνα κατέστησε απηρχαιωμένες τις αντιλήψεις περί αμύνης πάνω στις οποίες σχεδιάστηκε η Γραμμή Μαζινό. Όλοι οι στρατοί υποφέρουν από την έλλειψη ουσιαστικής αξιολόγησης των μέσων και των συστημάτων που κατέχουν κατά τη διάρκεια της ειρηνικής περιόδου. Οι σταθερές αμυντικές γραμμές είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στην απαξίωση επειδή δεν δοκιμάζονται ουσιαστικά μέχρι την ώρα της μάχης, χρειάζονται χρόνια ή και δεκαετίες από την αρχική σύλληψη μέχρι την ολοκλήρωση της κατασκευής τους και η τεχνολογική εξέλιξη σε ότι αφορά τα ίδια τα έργα προχωρά πολύ αργά σε σχέση με άλλους τομείς της στρατιωτικής δραστηριότητας. Φαίνεται ότι σε σχέση με άλλα στρατιωτικά συστήματα οι οχυρωμένες αμυντικές γραμμές είναι περισσότερο πιθανό να μην είναι σε πλήρη ετοιμότητα όταν ξεσπάσει ο πόλεμος.
3ον Συχνά ο σκοπός των οχυρωμένων γραμμών που κατασκευάζονται στην ειρήνη παρανοείται. Από τη φύση τους οι στατικές αμυντικές γραμμές τείνουν να κατασκευάζονται στην περιφέρεια της εθνικής ισχύος και επιρροής, σε περιοχές που συνήθως δεν επισκέπτονται συχνά πολιτικοί αλλά ακόμη και στρατιωτικοί ηγέτες. Τα έργα είναι συνήθως υπόγεια και δεν έλκουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά τη διάρκεια των επιθεωρήσεων. Έτσι αυτοί που λαμβάνουν αποφάσεις δεν αποκτούν κάποια επιθυμία να μάθουν περισσότερα για την επιχειρησιακή τους χρήση. Πέραν τούτου το ίδιο το μέγεθος της αμυντικής γραμμής και η επίδραση των έργων της πάνω στο φυσικό τοπίο δημιουργεί μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας και οδηγεί σε στρατηγικές παρανοήσεις.
Όλοι οι ανώτατοι λήπτες αποφάσεων στις περιπτώσεις που παρουσιάστηκαν δεν είχαν κατανοήσει την πραγματική στρατιωτική αξία των έργων που έβλεπαν (με την πιθανή εξαίρεση του Χίτλερ και την αριστοτεχνική του προπαγάνδα για το Δυτικό Τείχος). Οι Γάλλοι ηγέτες θεωρούσαν ότι οχυρά όπως αυτά της Γραμμής Μαζινό τους παρείχαν στρατηγική προστασία και χρόνο αντίδρασης απέναντι σε μια γερμανική επίθεση. Ενώ ακόμη και ένας γνώστης των στρατιωτικών θεμάτων όπως ο Τσώρτσιλ απογοητεύτηκε έντονα όταν πληροφορήθηκε την τρωτότητα των δύο βρετανικών «φρουρίων» του Γιβραλτάρ και της Σιγκαπούρης.
Συνολικά μπορεί να ειπωθεί ότι: Οι μηχανικοί που κατασκεύασαν τα έργα και οι στρατιωτικοί που τα σχεδίασαν το έκαναν υπό την οπτική των τακτικών πλεονεκτημάτων που αυτά θα προσέφεραν στις αμυνόμενες δυνάμεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτά απέδωσαν καλά και προσέφεραν τακτικά πλεονεκτήματα στους αμυνόμενους. Δυστυχώς, οι εθνικοί ηγέτες αντιλήφθηκαν αυτά τα έργα ως στρατηγικά μέσα και δεν κατανόησαν τους περιορισμούς που αυτά είχαν. Οι πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες καταλαβαίνουν τις δυνατότητες των αμυντικών οχυρώσεων που κατασκευάζονται στην ειρήνη πολύ λιγότερο από άλλες συνιστώσες της στρατιωτικής ισχύος.
ΠΗΓΗ: Το άρθρο αποτελεί μετάφραση και προσαρμογή εργασίας που συνέγραψε το Κέντρο Μελετών του Σώματος Μηχανικού του Αμερικανικού Στρατού το 1988 με σκοπό να διερευνήσει την απόδοση οχυρωμένων αμυντικών γραμμών που είχαν κατασκευαστεί στην περίοδο της ειρήνης και δοκιμάστηκαν σε συνθήκες πολέμου κάποια έτη μετά την κατασκευή τους.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ