Τι έχουμε να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία;

ΔΕΝΔΙΑΣ ΤΣΑΒΟΥΣΟΓΛΟΥ

Μια διαπραγμάτευση με βάση της αρχές της «Θεωρίας Διαπραγματεύσεων» ορίζεται κατά κύριο λόγο από το τι έχει να χάσει κάθε διαπραγματευόμενος.

Προφανώς και στον τόπο μας είναι αρκετοί εκείνοι που διαθέτουν και το επιστημονικό υπόβαθρο, και τις γνώσεις αλλά κυρίως γνωρίζουν καλά το γεωστρατηγικό περιβάλλον του Αιγαίου και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.

Οι τουρκικές κινήσεις, κινήσεις μάλλον εντυπωσιασμού και όχι ουσίας, στη διεθνή σκακιέρα τον τελευταίο καιρό (2-3 χρόνια) έχουν φέρει και θετικά αλλά και αρνητικά αποτελέσματα στη γείτονα χώρα. Η στρατηγική συμμαχία με το Κατάρ δείχνει πολύ δυνατή, αλλά οι κάκιστες σχέσεις με τις υπόλοιπες αραβικές χώρες μάλλον δεν είναι προς όφελος της Τουρκίας. Η αγορά των S-400 από τη Ρωσία έδειξε να διαταράσσει τη σχέση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ χωρίς όμως τελικά ν’ ανοίξει μύτη καθότι η κρίση και ο πόλεμος στη Συρία στον οποίο συμμετέχει η Τουρκία δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει το τοπίο. Η ανακήρυξη κοινής ΑΟΖ της Τουρκίας με τη Λιβύη δε φαίνεται να έχει μέλλον καθότι δεν έχει ρεαλιστική βάση και κυρίως καμία γεωγραφική συνάφεια. Η πρόσφατη κρίση που πήγε να δημιουργηθεί με την Ελλάδα δεν έφερε κάποιο αποτέλεσμα.

Η Τουρκία έχει πολλά ανοιχτά μέτωπα, “πάσχει” από στρατηγική υπερεξάπλωση και συμπεριφέρεται αλλόκοτα καθότι αδυνατεί να παρακολουθήσει και να εξασφαλίσει κάποια επιτυχία σε όλα τα μέτωπα. Η οικονομία της αιμοραγεί και η αμυντική της βιομηχανία φαίνεται ν’ αδυνατεί να καλύψει πλέον τις ανάγκες της, πόσο μάλλον ν’ ανοίξει και καινούργια μέτωπα.

Η Ελλάδα από την άλλη πλευρά πληρώνει ακόμα τα σπασμένα από την τεράστια καταστροφή της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης την οποία θ’ αργήσει να ξεπεράσει και να σταθεί στα πόδια της. Έχοντας ξεπουλήσει κάθε κρατική περιουσία αλλά και έχοντας δεσμευτεί για σκληρές και ενδεχομένως ανέφικτες οικονομικές πολιτικές, ανάπτυξη και πλεονάσματα, δεν είναι σε θέση να μπει σε περιπέτειες. Κι αν ο ηρωισμός περισσεύει στις Ένοπλες Δυνάμεις οι αντικειμενικές συνθήκες, δηλαδή οι αριθμοί, λένε πως ακόμα κι ένα μικρής έκτασης θερμό επεισόδιο θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα για τον ήδη κατεστραμένο τόπο.

Ελλάδα και Τουρκία βρίσκονται διαρκώς σε ένταση κυρίως διότι τα θέματα της γειτονίας των δύο χωρών δεν είναι επαρκώς καθορισμένα. Και μπορεί οι διεθνείς συνθήκες να έχουν φέρει κάποια σχετική ισορροπία αλλά αυτή είναι εξαιρετικά ευαίσθητη. Δεν είναι μόνο οι τουρκικές διεκδικήσεις στον ενεργειακό χάρτη που δημιουργούν εντάσεις, αλλά κυρίως οι απαιτήσεις άλλων κρατών που με τη μέθοδο του «διαίρει και βασίλευε» προσπαθούν να διαμορφώσουν συνθήκες που θα καλύψουν δικές τους ανάγκες.

Η ΕΕ και η ηγέτιδα Γερμανία έχει δηλώσει με κάθε τρόπο πως η Τουρκία είναι το κλειδί για τις δικές της διεκδικήσεις. Αντίθετα, η πάντα υπολογίσιμη Γαλλία έχει “ποντάρει” στην Ελλάδα, κάτι που διαχρονικά της έχει αποφέρει κέρδη. Το ΗΒ φαίνεται να μη μπορεί πια να παίξει ρόλο κυρίαρχου κι έχει παραχωρήσει στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να εκφράζει και τα δικά του συμφέροντα. Τέλος, η Ρωσία δεν ασχολείται ιδιαίτερα με την περιοχή καθότι έχει εξασφαλίσει τόσο ενεργειακά όσο και οικονομικά συμφέροντα με άλλους τρόπους.

Τι έχουμε να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία λοιπόν;

Η δυνατότητα μας να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 μίλια, casus belli για την Τουρκία, έχει μείνει στο περιθώριο. Οι Τούρκοι όμως φοβούνται περισσότερο από κάθε άλλη φορά έναν πιθανό αιφνιδιασμό από μέρους της Ελλάδας και φροντίζουν να εξασφαλίσουν τη διεθνή “επιτήρηση” των περιοχών που θεωρούν διεκδικούμενες, χωρίς να είναι, προκειμένου ν’ αποφύγουν εκπλήξεις.

Λέμε πως θ’ αρχίσουμε διάλογο με την Τουρκία, αλλά για ποιο λόγο;

Ποιο θα είναι το αντικείμενο του διαλόγου; Η συνεκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων του Αιγαίου μήπως, ή ακόμα χειρότερα η συνδιαχείρισή τους; Τα θαλάσσια σύνορα μας θα διαπραγματευτούμε, ή το γεγονός πως οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές αποτελούν όπλα υβριδικού πολέμου από την πλευρά της Τουρκίας; Θα διαπραγματευτούμε εμείς για τα θέματα της Κύπρου η οποία από το 1974 βρίσκεται διχοτομημένη χωρίς καμία διεθνή συνθήκη να νομιμοποιεί αυτή τη διχοτόμηση που επιβλήθηκε δια της βίας;

Η πικρή εμπειρία με την πρόσφατη Συμφωνία των Πρεσπών θα έπρεπε να μας βάλει μυαλό, αλλά δυστυχώς το πάθημα δεν έγινε μάθημα και συνεχίζουμε, με άλλη κυβέρνηση αυτή τη φορά, να διαπραγματευόμαστε κεκτημένα και να τα βάζουμε στο τραπέζι. Κάνοντας έτσι το χατήρι των τρίτων χαμένοι είμαστε κι εμείς και οι Τούρκοι, οι οποίοι νομίζουν πως κάτι θα πετύχουν. Το έχουν ξανακάνει και βρέθηκαν με την πλάτη στον τοίχο αλλά ούτε κι αυτοί μαθαίνουν από την Ιστορία.

Αν θέλουμε να συζητήσουμε με τους Τούρκους ας αρχίσουμε από αυτό που δικαιούμαστε, δηλαδή τα 12 μίλια, κι εκεί θα δούμε την αντίδραση τόσο της Γερμανίας όσο και των ΗΠΑ αλλά και της Γαλλίας. Για την Τουρκία δεν τίθεται θέμα, θα αιφνιδιαστεί στα σίγουρα κι ενδεχομένως θ’ αντιδράσει σπασμωδικά. Αλλιώς τελικά τι θα κουβεντιάσουμε; Την προκλητικότητά των Τούρκων ή την επιθετικότητά τους η οποία είναι πλέον προφανές πως κρύβει την αδυναμία της Τουρκίας;

Τα ζητήματα στη γειτονία μας οφείλουν να επιλυθούν από εμάς και τους Τούρκους, κάθε άλλος συνομιλητής αποτελεί εν δυνάμει θρυαλλίδα σ’ έναν πιθανό διάλογο που μπορεί να προκαλέσει καταστροφικές εκρήξεις.

Όσο κι αν οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν αποδεδειγμένα υψηλό ηθικό δεν μπορούν και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως προσφορά θυσίας σε συμφέροντα τρίτων.

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ