Τουρκία: Το δόγμα “μηδενικών φίλων” και η συνάντηση Τραμπ – Ερντογάν

Η επικείμενη συνάντηση Τραμπ – Ερντογάν, έρχεται σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ στηρίζουν τους Κούρδους στη Συρία. Τι θα έχει το “μενού” στης συνάντησης;

 

Γράφει ειδικός συνεργάτης

Η (μυωπική) πολιτική των ΗΠΑ στον Αραβικό κόσμο και την Μέση Ανατολή χαρακτηρίστηκε από μια σειρά οβιδιακών μεταμορφώσεων και παλινδρομήσεων κατά την εξέλιξη της Αραβικής Άνοιξης.

Έτσι η αρχική στήριξη των απολυταρχικών καθεστώτων (βλ. Αίγυπτος,Τυνησία), αντικαταστάθηκε με την στήριξη στις ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις με σκοπό την ανατροπή των “ενοχλητικών” καθεστώτων του Καντάφι και του καθεστώτος Ασαντ σε Λιβύη και Συρία.

Οι μετατοπίσεις αυτές της Αμερικανικής διπλωματίας νομοτελειακά επέφεραν και τις ανάλογες προσαρμογές σε Άγκυρα, καθώς η τουρκική διπλωματία είχε πιστέψει πως λειτουργούσε πλέον (μαζί με τις ΗΠΑ) ως συν-διαμορφωτής των εξελίξεων.

Η ψευδαίσθηση αυτή φαίνεται πως στάθηκε ικανή να αμβλύνει σε σημαντικό βαθμό την δυσαρέσκεια της Άγκυρας για την πολιτική που είχαν ακολουθήσει οι ΗΠΑ σχετικά με το Κουρδικό ζήτημα από το 1991 και ένθεν.

Η Ουάσινγκτον επιχειρούσε μέσω του Κουρδικού ζητήματος να ελέγχει διαχρονικά την δύστροπη Τουρκία και να ποδηγετεί τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό.




 

Η Άγκυρα με την σειρά της διέβλεπε πάντα πίσω απο τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ υπέρ των Κούρδων, σχεδιασμούς για την διάλυση της κατά το πρότυπο της Γιουγκοσλαβίας.
Η ομαλοποίηση των Αμερικανοτουρκικών σχέσεων δεν έμελλε να κρατήσει πολύ.

Ο τουρκικός μεγαλοϊδεατισμός (“Μεγάλη Τουρκία”) αλλά και η μετατροπή της Αραβικής Άνοιξης σε Κουρδική Άνοιξη κατέδειξε πως ο γεωγραφικός χώρος που καταλαμβάνει το “Μεγάλο Κουρδιστάν” είναι ο χώρος κλειδί για όλα τα ζητήματα αιχμής της αμερικανικής πολιτική στην Μέση Ανατολή.

Η επικείμενη συνάντηση Tράμπ-Ερντογάν, (η οποία και αναμένεται να πραγματοποιηθεί στα μέσα Μαΐου στη Ουάσιγκτον) όπως διαφαίνεται θα αποτελέσει συνέχεια του “πολιτικού μασάζ” του Τούρκου Προέδρου προκειμένου να λειανθούν οι σοβαρές αντιδράσεις της Τουρκίας για τις επιλογές των ΗΠΑ.

Επιλογές που έχουν ως κύριο άξονα την αναβάθμιση του Κουρδικού παράγοντα για την εξάλειψη του Ισλαμικού Κράτους.




 

Στην συνάντηση αυτή ο Ταγίπ Ερντογάν προσέρχεται ενισχυμένος από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 16ης Απριλίου για την συνταγματική αναθεώρηση.

Ταυτόχρονα όμως και αποδυναμωμένος τόσο από τον τρόπο που αυτό επιτευχθεί όσο και από την κατάσταση που επικρατεί στο εσωτερικό της Τουρκίας συνεπεία της καταστολής στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος της 15ης Ιούλη 2016.

Η διαδικασία ομαλοποίησης των Ρωσο-Τουρκικών σχέσεων, συνεπεία και των συνεχόμενων συναντήσεων Πούτιν-Ερντογάν αποτελεί κατά την τουρκική διπλωματία, διπλωματικό ατού για τον Τούρκο Πρόεδρο.

Ομως το γεγονός ότι η ομαλοποίηση κύρια εστιάζεται κυρίως σε οικονομικό επίπεδο (παρά τις αυξημένες τουρκικές προσδοκίες) δεν τον ενισχύει ιδιαίτερα διπλωματικά.

Παράλληλα οι σοβαρές ασθένειες της τουρκικής οικονομίας (πληθωρισμός και ανεργία) συνεχίζουν την σταθερή ανοδική τους πορεία θαμπώνοντας ολοένα και περισσότερο το τουρκικό οικονομικό θαύμα.

 




 

Η Τουρκία μέσω της δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων προσπαθεί για μια ακόμη φορά να δημιουργήσει μαι ευνοϊκή προς τα συμφέροντα της διπλωματική βάση, πάνω στην οποία θα πραγματοποιηθούν οι συζητήσεις Τράμπ-Ερντογάν για το Κουρδικό-Κυπριακό ζήτημα ως και για το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι βομβαρδισμοί της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας κατά Κούρδων σε Σιντζάρ και Ροζάβα, οι απειλές στην Κυπριακή ΑΟΖ και η ένταση στο Αιγαίο.

Η μέχρι σήμερα διπλωματική στάση των ΗΠΑ όμως δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για την ικανοποίηση των τουρκικών θέσεων. Είναι πολύ πιθανόν να δοθούν κάποια ανταλλάγματα -κυρίως επικοινωνιακού χαρακτήρα- προκειμένου να χρυσωθεί το χάπι της απόρριψης τους.

Η τελική απόφαση της Ουάσινγκτον δείχνει να γέρνει προς την πλευρά των Κούρδων, γεγονός πως θα σηματοδοτήσει την νέα αλλαγή στον χάρτη της Μέσης Ανατολής.

Αξίζει να επισημανθεί πως και η Ρωσική διπλωματία δεν είναι διατεθειμένη να αφήσει το Κουρδικό ζήτημα να αποτελέσει πεδίο αποκλειστικής δράσης της Αμερικανικής διπλωματίας.




 

Οι ρωσικές αντιδράσεις απομείωσης της τουρκικής επιθετικότητας κατά των Κούρδων της Συρίας είναι ενδεικτικές και των προθέσεων της Μόσχας.
Η σύλληψη του διευθυντικού στελέχους της Halkbank (5ης μεγαλύτερης τράπεζας της Τουρκίας με βάση τα περιουσιακά στοιχεία) με την κατηγορία πώς συνεργάστηκε με τον τουρκοϊρανό έμπορο χρυσού Ρεζά Ζαράμπ, (ο οποίος δικάζεται ήδη στις ΗΠΑ) για να πραγματοποιήσουν παράνομες συναλλαγές ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων για λογαριασμό της κυβέρνησης του Ιράν (σκάνδαλο το οποίο αγγίζει και τον ίδιο τον Ταγίπ Ερντγάν) συνιστούν μια σαφή προειδοποίηση προς τον Τούρκο Πρόεδρο σε περίπτωση που αυτός αρνηθεί να συναινέσει στους αμερικανικούς σχεδιασμούς.

Κατά συνέπεια οι τουρκικές απειλές εκπορεύονται και προορίζονται πλέον μόνο για εσωτερική κατανάλωση καθώς δε έκαμψαν την αποφασιστικότητα καμιάς απο τις εμπλεκόμενες πλευρές.

Ο ευγενής στόχος των “μηδενικών προβλημάτων” και του στρατηγικού βάθους έχει μετατραπεί σε δόγμα “μηδενικών φίλων” και σε ένα πρωτόγνωρο γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό αποκλεισμό, με την τουρκική παραβατικότητα να επιδεινώνει τα ήδη υπάρχοντα αδιέξοδα.

Μοιραία όλα αυτά θα αποτυπωθούν και στο εσωτερικό της Τουρκίας αργά ή γρήγορα, καθώς το πολιτικό παιχνίδι έχει αρχίσει και ανοίγει επικίνδυνα για το καθεστώς Ταγίπ.

 




 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ